Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

Το Εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι στο Βόλο

Μια ιδιαίτερη πολιτιστική βραδιά επιφύλαξε στους Βολιώτες το Σάββατο το βράδυ, στις 8 Μαΐου, ο Ανδρέας Μιμαίος με την προβολή της ταινίας βωβού κινηματογράφου «Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι» και τη συνοδεία ζωντανής μουσικής με το μουσικό συγκρότημα «Weimarer Ensemble».

«Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι» είναι γερμανικό ασπρόμαυρο εξπρεσιονιστικό έργο του 1920. Θεωρείται ως έργο-ορόσημο στην ιστορία του κινηματογράφου και ειδικότερα του κινήματος του γερμανικού εξπρεσιονισμού.

Κάποτε σε ένα πανηγύρι εμφανίζεται ένας πλανόδιος μάγος, ο Δρ. Καλιγκάρι με τον υπνοβάτη Τσέζαρε που βρίσκεται σε ύπνο εδώ και 25 χρόνια. Ο μάγος στις παραστάσεις του ξυπνάει τον υπνοβάτη για να απαντήσει στις ερωτήσεις του κοινού. Ένας από τους θεατές, ο ΄Αλαν, τον ρωτάει: «Πόσο θα ζήσω ακόμα;» και ο Τσέζαρε του απαντάει: «Το τέλος σου θα έρθει σύντομα. Απόψε θα πεθάνεις.» Πραγματικά ο θεατής αυτός δολοφονείται την ίδια νύχτα. Από κει και πέρα η μικρή πόλη τρομοκρατείται από μια σειρά μυστηριωδών νυκτερινών δολοφονιών. Η αστυνομία πιάνει έναν μικρολωποδύτη που ομολογεί ότι σκόπευε να δολοφονήσει μια γριούλα, αλλά για τις δολοφονίες είναι αθώος.
Ενώ ο Τσέζαρε βρίσκεται νεκρός μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να απαγάγει την νεαρή και όμορφη Τζέην, ο Φράνσις, φίλος του δολοφονημένου θεατή, αρχίζει έρευνες και ανακαλύπτει μια τρομερή αλήθεια, ο μάγος είναι ο διευθυντής του τρελοκομείου της πόλης, που χρησιμοποιεί για ψευδώνυμο το όνομα Δρ. Καλιγκάρι. Ο Δρ. Καλιγκάρι είχε κάνει μια διατριβή με θέμα ένα μύθο του 11ου αι., σύμφωνα με τον οποίο ο ομώνυμος μάγος είχε δημιουργήσει έναν δαίμονα, τον Τσέζαρε. Ο Καλιγκάρι είχε συνεχίσει στην διάρκεια της σταδιοδρομίας του να ασχολείται με τον μύθο αυτό, προσπαθώντας να τον επαναλάβει. Όταν μια μέρα οι γιατροί του τρελοκομείου του έφεραν έναν ασθενή υπνοβάτη που κοιμόταν διαρκώς, ο Δρ. Καλιγκάρι συνειδητοποιεί ότι αυτή είναι μια μοναδική ευκαιρία και αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τον υπνοβάτη για να πραγματοποιήσει κρυφά τα σχέδιά του. Ο υπνοβάτης παίρνει το όνομα του πνεύματος Τσέζαρε και γίνεται άβουλος δούλος του Δρ. Καλιγκάρι. Μέσα στον ύπνο του εκπληρώνει τις νυκτερινές δολοφονίες που αυτός του υπαγορεύει.
Τελικά ο Φράνσις αποκαλύπτει την αλήθεια και κατορθώνει να πιάσουν τον Δρ. Καλιγκάρι και να τον κλείσουν μέσα στο ίδιο το τρελοκομείο φορώντας του τον ζουρλομανδύα. Το έργο θα έχει όμως μια άλλη, απρόβλεπτη κατάληξη …

Ο Γερμανικός Εξπρεσιονισμός ξεκινά από την ζωγραφική στις αρχές του α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μεταφέρει την αγωνία των καλλιτεχνών για τη μορφή που σταδιακά αποκτά η γερμανική κοινωνία και ο κόσμος γενικότερα. Αργότερα το κίνημα περνά στον κινηματογράφο. Αναπτύσσεται την περίοδο του μεσοπολέμου και εκφράζει παρόμοια συναισθήματα με αυτά της ζωγραφικής. Αντί να θριαμβολογεί και να μιλά για την ηθική που μπορεί το άτομο να επιδείξει, παρουσιάζει ένα κόσμο σκοτεινό, βίαιο και επικίνδυνο. Φανερώνει τη χρεοκοπία της πίστης στη λογική και την επιστήμη και τον τρόμο για τον πόλεμο που έρχεται. Ένα πόλεμο που προκαλεί η κοινωνία της λογικής και της επιστήμης. Για το λόγο αυτό συχνά οι ταινίες προβάλλουν ιστορίες ανθρωποφάγων τεράτων (Νοσφερατου- Μουρνάου) παραφρόνων (Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγγάρι) και κοινωνικών αντιπαραθέσεων με μεταφυσικά στοιχεία (Μετρόπολις - Λανγκ).
Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός στον κινηματόγραφο έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
1. Τα σκηνικά, τα κουστούμια και ο φωτισμός είναι ιδιαίτερα εκφραστικά.
Μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής.
2. Κάθε πλάνο έχει απόλυτη συμμετρία στη σύνθεση, στη μορφή του ηθοποιού, των ρούχων του και του σκηνικού περιβάλλοντος με αποτέλεσμα τα πλάνα να θυμίζουν περισσότερο έργα ζωγραφικής παρά τον πραγματικό κόσμο.
3. Υπάρχει μόνο μία έντονη πηγή φωτός που μετατρέπει τον χώρο σε επίπεδη επιφάνεια. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται έντονες φωτοσκιάσεις. Συχνά οι παραμορφωμένες σκιές των ηθοποιών αντικαθιστούν το σώμα.
4. Στόχος των ηθοποιών είναι η κίνηση τους να έρχεται σε αρμονία με το σκηνικό περιβάλλον. ΄Αλλοτε μένουν ακίνητοι και άλλοτε κάνουν ξαφνικές γρήγορες κινήσεις. Οι γκριμάτσες τους προσεγγίζουν το γκροτέσκο.
5. Η αφήγηση στα εξπρεσιονιστικά έργα αναφέρεται στο παρελθόν. Κάποιο πρόσωπο μας αφηγείται μια ιστορία. Ο θεατής γνωρίζει ότι όλο το έργο έχει εξελιχθεί σε κάποιο παλαιότερο χρόνο και τη στιγμή της έναρξης της ταινίας έχει ήδη ολοκληρωθεί και τελειώσει.
Γενικά μπορούμε να πούμε ότι οι παραμορφώσεις που επιτυγχάνονται με τις περίεργες οπτικές γωνίες της κάμερας, τα γωνιώδη σκηνικά και κουστούμια και το φωτισμό της αντίθεσης εκφράζουν μια πραγματικότητα ιδωμένη μέσα από έντονα συναισθήματα.

Η ταινία «Το εργαστήρι του Δρ Καλιγκάρι» εγκαινιάζει το κίνημα του εξπρεσιονισμού στον κινηματογράφο έχοντας τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά του.
΄Ολα τα σκηνικά της ταινίας είναι ζωγραφισμένα σε καραβόπανο μαζί με τις σκιές με σκοπό κτίρια και σκηνικός διάκοσμος να χάνουν τον ρεαλιστικό τους χαρακτήρα. Βλέπουμε συνέχεια παράξενα ελικοειδή στενοσόκακα, πόρτες σφηνωμένες στο έδαφος, λοξά παράθυρα με παραμορφωμένα πλαίσια. Οι λοξές γραμμές έχουν ένα καθορισμένο μεταφυσικό νόημα, καθώς προκαλούν αγωνία και φρίκη.
Χρησιμοποιούνται ακραίες αντιθέσεις φωτός και σκιάς. Φως και σκιά έχουν μια περιγραφική λειτουργία μέσα στην ταινία καθώς σκιαγραφούν τα σύνορα ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, το συνειδητό και το ασυνείδητο.
Υπάρχει έντονο μακιγιάζ στο πρόσωπο των ηθοποιών, ενώ τα απίθανα κοστούμια τους διογκώνουν τον εξωρεαλιστικό χαρακτήρα των εικόνων. Υπερβολή υπάρχει και στην υποκριτική που φτάνει στα όρια της παντομίμας. Με όλα αυτά τα στοιχεία ο Καλιγκάρι θα επηρεάσει γενιές και γενιές αργότερα.

Το έργο προβάλλεται για πρώτη φορά στις 27 Φεβρουαρίου του 1920.
Οι κριτικοί της εποχής του ερμηνεύουν το βαθύτερο νόημα του έργου ως αντίδραση ενάντια στην εξουσία της ηττημένης Γερμανικής αυτοκρατορίας.
Με την άνοδο των Ναζί κατηγορείται ως εκφυλισμένη τέχνη και απαγορεύεται το 1933.

Σήμερα έχει αποκατασταθεί και θεωρείται ως έργο σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου, ενώ συνεχίζει να εμπνέει ακόμα και σύγχρονους σκηνοθέτες και σεναριογράφους.

Η ταινία, όπως την είδαμε το Σάββατο το βράδυ στο Αχίλλειο, είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον σαν ιστορική παρουσία, σαν έκφραση μέσα από την τέχνη των πιο μεγάλων ανησυχιών του ανθρώπου, που έχουν να κάνουν με την ίδια του την ύπαρξη, την ελευθερία, το φόβο, την κατάχρηση της εξουσίας, την περιθωριοποίηση, την ασυμμετρία και την ασύδοτη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Η μουσική του Ανδρέα Μιμαίου, όπως αποδόθηκε από τον Μιχάλη Ισκά, την Αφροδίτη Μιχαηλίδη, τον Μάνο Βρόντο, τον Γιώργο Αγγελάκη και Εύη Φιλίππου, αλλά και από τον ίδιο το συνθέτη, μας μετέφεραν σε μια αυθεντική παράσταση, ενενήντα χρόνια μετά από την πρώτη προβολή της ταινίας αυτής. Το τσέλο και το φλάουτο στις στιγμές της αποκάλυψης της αλήθειας, το βιολί, το πιάνο και το τρομπόνι, τα κρουστά και οι σιωπές περιέβαλαν με εκφραστικότητα τις ασπρόμαυρες σκηνές, μυώντας μας στην φρίκη της τρελαμένης εξουσίας, στο αποπνιχτικό αδιέξοδο των απελπισμένων θυμάτων της. Η ένταση, ο φόβος, η αγωνία, η έκπληξη, η βία καταγράφηκαν στις νότες που με μαγεία και πειστικότητα μας ταξίδεψαν στην εποχή που βασίλευε ο τρόμος, η παράνοια και ο θάνατος. ΄Ηταν ένα βράδυ απέραντης σιωπής και θλίψης, για όλα αυτά που διαδραματίσθηκαν στην Ευρώπη με την επικράτηση του ολοκληρωτισμού, καθώς ο Καλιγκάρι θεωρείται ότι υπήρξε ο προάγγελος του Χίτλερ. Ιδιαίτερα σε εποχές που κανείς δεν είναι πια σίγουρος πώς να υπερασπίσει το δικαίωμα του στην ελευθερία και τη αξιοπρέπεια, αν μπορεί και με ποιο τρόπο, συμβολισμοί σαν αυτούς που αντλούνται από την ταινία του Καλιγκάρι μοιάζουν πιο εφιαλτικοί, πιο οδυνηροί, πιο προφητικοί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: