Ο Αριθμός 11 είναι ένα μυθιστόρημα για τη μυστική σχέση
ανάμεσα στον εσωτερικό μας κόσμο και τον κόσμο που μας περιβάλλει, και για το
πώς μας επηρεάζει αυτή η σχέση.
Για ό,τι άφησε πίσω του ο πόλεμος και για το τέλος της
αθωότητας.
Για το πώς κονταροχτυπιούνται η κωμωδία με την πολιτική,
αλλά και για το πώς η κωμωδία, μάλλον, κερδίζει.
Για τη ζωή σε μια πόλη όπου οι τραπεζίτες χρειάζονται
κινηματογράφους στα υπόγειά τους ενώ, στο διπλανό στενό, υπάρχουν άλλοι
άνθρωποι που έχουν ανάγκη απ[ό τράπεζες τροφίμων για να επιβιώσουν.
Ο Αριθμός 11
συνδέεται με με το μυθιστόρημα του Τζόναθαν Κόου Τι Ωραίο Πλιάτσικο! Ο Κόου ξαναπιάνει το νήμα για να μιλήσει για
την εποχή μας, αγγίζοντας πτυχές της καθημερινής ζωής που όλοι αντιμετωπίζουμε,
φοβόμαστε και απολαμβάνουμε.
(από το
οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ο αριθμός 11 στην Αριθμοσοφία αντιπροσωπεύει τη φώτιση μέσα από την πνευματική έμπνευση. Κατά τον Πυθαγόρα, συμβολίζει ένα επίπεδο γνώσεων υψηλότερο από το συνηθισμένο. Είναι το σύμβολο της αρχής της γνώσης του Θεού, δηλαδή της εισόδου στην ανώτερη ζωή των ουρανών. Ενώ το 10 θεωρείται τέλειος αριθμός, το 11 σημαίνει την υπέρβασή του. Είναι η ανατροπή του και μπορεί να σημαίνει την αμαρτία και την παρανομία. Μπορεί όμως να δηλώνει και τις αντίθετες ιδιότητες όπως διαίσθηση, τιμιότητα, ευαισθησία, και πνευματικότητα .
Για τον Τζόναθαν Κόου ο αριθμός 11 αποτελεί ένα κοινό σημείο όπου όλα τα κεφάλαια του βιβλίου του συναντιούνται, καθώς συνεχίζει την ιστορία της οικογένειας που περιγράφει ι στο βιβλίο του Τι Ωραίο Πλιάτσικο. «Ο αριθμός 11 είναι το κλειδί. Τόσο απλά!» (σελ. 495) Στην αρχή τα κεφάλαια μοιάζουν να μην έχουν σχέση μεταξύ τους , με μοναδική σύνδεση τον αριθμό 11. Στο κεφάλαιο «Ο Μαύρος Πύργος» Η Τρελλή Γυναίκα με το Πουλί, η Φοίβη, μένει στο Άχρηστο Σοκάκι που βγάζει στο Νιουμπιγκίν, στον Αριθμό 11, ενώ κάνουμε τη γνωριμία δύο βασικών ηρωίδων του βιβλίου της Ρέιτσελ και της ΄Αλισον στην ηλικία των δέκα ετών. Παράλληλα ερχόμαστε για πρώτη φορά σε επαφή με την αράχνη, κυρίαρχη φιγούρα στο βιβλίο. Στο δεύτερο κεφάλαιο «Η Επιστροφή» η ΄Αλισον ψυχραίνεται με την Ρέιτσελ εξαιτίας μιας παρεξήγησης, η οποία προκαλείται στην επικοινωνία τους από το διαδίκτυο. Γνωρίζεται στο πανεπιστήμιο με τη Σελίνα και επιστρέφουν στο σπίτι από το Μπόρνβιλ προς το Χολ Γκρην με το λεωφορείο Αριθμός 11. Η Βαλ η μητέρα της ΄Αλισον επιστρέφει κάθε μεσημέρι από τη δουλειά της στη βιβλιοθήκη στο σπίτι με το λεωφορείο Αριθμός 11, αλλά και για να αντιμετωπίσει το κρύο στο σπίτι της κάνει κύκλους περιμετρικά της πόλης με το λεωφορείο αυτό, μια διαδρομή που διαρκεί γύρω στις δυόμισυ ώρες. Στο τρίτο κεφάλαιο με τίτλο «Ο Κρυστάλλινος Κήπος» παρακολουθούμε τη Ρέιτσελ φοιτήτρια να έρχεται σε επαφή με την καθηγήτρια της τη Λώρα, η οποία την προσκαλεί στο εξοχικό της στο Χαροουντάουν Χιλ. Εκεί η Λώρα της διηγείται την ιστορία του συζύγου της, ο οποίος πέθανε από ατύχημα καθώς ερευνούσε μια αποθήκη με αριθμό 11 στο Βερολίνο. Στο προτελευταίο κεφάλαιο με τον τίτλο «Το Βραβείο Γουίνσο ή Η Πρωτοποριακή Θεωρία του Νέιθαν Πίλμπιμ, Μια Ιστορία του Νέιτ του Τμήματος» αφιερωμένο σε μεγάλο βαθμό τη σχέση κωμωδίας και πολιτικής, το τραπέζι με αριθμό 11 αποτελεί τον τόπο μιας δολοφονίας, η οποία αποτρέπεται τελευταία στιγμή. Στο τελευταίο κεφάλαιο με τον τίτλο «Τι Ωραία Κομπίνα» ο αριθμός 11 είναι η ύβρις, το τελευταίο υπόγειο πάτωμα που δεν έχει λόγο ύπαρξης, παρά μόνο επειδή κανείς άλλος δεν έχει 11ο πάτωμα, η ύπαρξή του οφείλεται στη ματαιοδοξία και την επίδειξη. ΄Εξι άνθρωποι χάνονται σ΄ αυτό το χώρο, ενώ μια γιγάντια αράχνη κάνει την εμφάνισή της σκοτώνοντας τους ανθρώπους εκείνους που ζουν μέσα στη σπατάλη, αδιαφορώντας για τον συνάνθρωπό τους, έξι ανθρώπους που ήταν όλοι παρόντες στη δεξίωση που πραγματοποιήθηκε στον αριθμό 11 της οδού Ντάουνινγκ, έξι άτομα που με κάποιο τρόπο σχετίζονται με την οικογένεια Γουίνσο (σελ. 493). Η Ρέιτσελ συναντιέται ξανά με την ΄Αλισον δέκα περίπου χρόνια μετά και επιστρέφουν στο χώρο όπου έπαιζαν παιδιά, στο χωριό των παππούδων της Ρέητσελ, μόνο που ο παππούς δεν υπάρχει πια, θύμα της υγειονομικής πολιτικής της Μεγάλης Βρετανίας «Για να το πω ευθέως, κάθε χρόνος μις ανθρώπινης ζωής δεν έχει την ίδια αξία για όλους. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ποιότητα ζωής (σελ. 413).
Παράλληλα στο βιβλίο αυτό πραγματοποιείται μια σύνδεση με το
προηγούμενο βιβλίο του Τζόναθαν Κόου «Τι Ωραίο Πλιάτσικο», καθώς πολλοί από
τους χαρακτήρες του αποτελούν κληρονόμους της οικογένειας Γούινσο ή έχουν
κάποια σύνδεση με αυτή. Η ΄Αλισον και η Βάλ
καταναλώνουν κοτόπουλα από μία εταιρεία
θυγατρική του Ομίλου Μπράνγουιν, κι έτσι η Ντόροθι μπαίνει μέσα στο σπίτι τους.
Ο σύζυγος της Λώρας, ο Ρότζερ στρέφεται
κατά της αρχής του Χένρι Γουίνσο «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΛΟΓΗ», αλλά
συναντά την αντίδραση του πρύτανη του Πανεπιστημίου λόρδου Λάκραμ, με τον οποίο
ο Χένρυ Γουίνσο συμμετείχε σε επιτροπή.
Η κόρη της Χίλαρυ, Τζοσεφίν Γουίνσο – Ιβς επιχειρεί να συνεχίσει την
αδίστακτη, στιγμιαία διαμόρφωση άποψης κατά την παράδοση της μητέρα της αρχίζοντας μια εκστρατεία ενάντια στη
βρετανική «πολιτική επιδομάτων», φέροντας έτσι στο στόχαστρό της την
΄Αλισον. Η σύζυγος του Μάρκ, Χέλκε, μετά τον θάνατο του συζύγου
της ιδρύει έναν οργανισμό αφιερωμένο
στην εκκαθάριση πρώην εμπόλεμων ζωνών από τα θανάσιμα συντρίμμια που είχαν αφήσει
πίσω τους οι δραστηριότητες του Μάρκ Τόμας, εισβάλλοντας σαν οδοστρωτήρας όταν κάποτε μια
μικρή εταιρεία ή ΜΚΟ ξεκινάει εργασίες
εκκαθάρισης σε κάποια από τις περιοχές που είχε ανακαλύψει. Μόνο που η δραστηριότητα αυτού του οργανισμού
οδηγεί στο θάνατο της επτάχρονης εγγονή του Τζουλς και της Φοστίνα, που
εργάζονται μαζί με την Ρέιτσελ στο σπίτι όπου βασίλεψε ο τρόμος της
αράχνης. Το βραβείο Γουίνσο δίνεται για να τιμηθεί ο
Ρόντι Γουίνσο και επομένως ολόκληρη η οικογένεια, η οποία πίστευε στον ανταγωνισμό,
ανταγωνισμό ανάμεσα στα άτομα, τις εταιρείες, τα έθνη, τα ίδια τα βραβεία, ένα
βραβείο που απονέμεται στο καλύτερο βραβείο του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο τίτλος του τελευταίου κεφαλαίου «Τι Ωραία
Κομπίνα» παραπέμπει σε μια ταινία που κινητοποιεί τον σύζυγο της Λώρα στην
έρευνά του για ένα άρθρο για το τέρας
του Λοχ-Νες(σελ. 226), όπως η ταινία «Τι
Ωραίο Πλιάτσικο» αποτελεί μια ταινία σταθμό για τη ζωή του πρωταγωνιστή του
προηγούμενο βιβλίου Μάικλ ΄Οουεν.
«Υπάρχει κάτι ακόμα που δεν δυσκολεύομαι να το θυμηθώ. Δεν δυσκολεύομαι γιατί το έχω μπροστά μου,
αυτή τη στιγμή, καθώς γράφω αυτές τις λέξεις:
το χαρτί από το παιχνίδι μνήμης με τη σιχαμερή εικόνα της τεράστιας, με τα λαμπερά χρώματα αράχνης. Το απόγευμα του πικνίκ μας, η Φοίβη είχε την
τράπουλα μαζί της και έδωσε σε μένα και
την ΄Αλισον από μία αράχνη, σαν αναμνηστικό της περιπέτειάς μας και σύμβολο της
φιλίας μας, την οποία μας είπε πώς δεν έπρεπε ποτέ να παραμελήσουμε, γιατί θα
ήταν ένα από τα πολυτιμότερα πράγματα που θα έχουμε σε όλη μας τη ζωή. Δεν ξαναμίλησα ποτέ στην ΄Αλισον για τα
χαρτιά: δεν ξέρω αν εκείνη κράτησε το
δικό της ή αν το έχασε. Αλλά το δικό μου
το έχω πάντα μαζί μου: πρώτα στο σπίτι, σε ένα ειδικό συρτάρι του
κομοδίνου μου, έπειτα στην Οξφόρδη, και
τώρα… (σελ. 103)
«Κάθε φορά που γελάμε με τη δωροδοκία ενός διεφθαρμένου
πολιτικού, με την απληστία ενός διαχειριστή αμοιβαίων κεφαλαίων, με τις
κίβδηλες εκρήξεις ενός δεξιού αρθρογράφου, τους επιτρέπουμε να τη
γλυτώσουν. Ο ΘΥΜΟΣ που θα έπρεπε να
νιώθουμε ενάντια σ΄ αυτούς τους ανθρώπους, που διαφορετικά ενδεχομένως να
οδηγούσε σε ΔΡΑΣΗ, απελευθερώνεται και διασκορπίζεται με τη μορφή του
γέλιου. Και αυτός είναι ο κατάλληλος
τρόπος να προσφέρεις στο κοινό αυτό που θέλει και ακριβώς αυτός για το οποίο
πληρώνει: άλλη μια δικαιολογία για να καθίσει αναπαυτικά και να συνεχίσει τη
δική του εγωιστική πορεία χωρίς καμιά πραγματική απειλή ή πρόκληση για το
πολύτιμο lifestyle του….
Μισώ αυτούς τους γαμημένους μεσοαστούς αριστερούς
φιλελεύθερους κωμικούς και αυτό θα έπρεπε να κάνεις κι εσύ. Μου φαίνεται ουσιώδες να αφανιστούν όλοι από
προσώπου γής, διαφορετικά δεν θα κατορθώσουμε ποτέ να συγκεντρώσουμε την
απαραίτητη ενέργεια για να ανατρέψουμε το σημερινό σάπιο, διεφθαρμένο και
ψυχοφθόρο πολιτικό κατεστημένο. Κάτω η
κωμωδία, γαμώτο! Ζήτω η πραγματική πάλη! (σελ. 303).
«Λέγομαι Λίβια και κατάγομαι από το Βουκουρέστι. Ζω σ το Λονδίνο πάνω από πέντε χρόνια και
γνωρίζω όχι μόνο τους δρόμους του, αλλά και τις κρυψώνες του επίσης, πάνω και
κάτω από το έδαφος. Κάτω από το ψηλό
σπίτι της οδού Τέρνγκριτ, έντεκα ορόφους κάτω από τη γη, κάτω από το κελάρι των
κρασιών και το θησαυροφυλάκιο και την πισίνα όπου μεγαλώνουν οι φοίνικες, είναι
η πιο βαθιά, η πιο κρυφή κρυψώνα από όλες.
Υπάρχει μια σήραγγα.
Και πέρα από τη σήραγγα υπάρχει ένα δωμάτιο. Και εκεί αράζουν, στο σκοτάδι. Καθεμιά τυλιγμένη σ΄ ένα κουκούλι πλεγμένο
από ασημένιο ιστό. Με το εκδικητικό
πλάσμα με τα κεχριμπαρένια μάτια να τις προσέχει.
Η εκδίκησή μου παίρνει πολλές μορφές. ΤΟ σώμα μου παίρνει πολλές μορφές.
Δεν είμαι θυμωμένη.
Είμαι ο θυμός ο ίδιος.
Μπορεί να νιώθεις οίκτο για τα θύματά μου. Η επιλογή είναι δική σου. Μπορεί να νιώθεις συμπόνια γι΄ αυτά ή για
μένα. Η απόφαση είναι δική σου.
Τελικά, πιστεύω, πως όλοι έχουμε την ελευθερία της
επιλογής.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου