Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009
Τίμησα την Παγκόσμια Μέρα της Ποίησης με Γιάννη Ρίτσο
Αφιερωμένη στο Γιάννη Ρίτσο η φετινή χρονιά, που το Υπουργείο Πολιτισμού ανακήρυξε ως «έτος Ρίτσου», ενώ το Ε.ΚΕ.ΒΙ. προγραμματίζει εκδηλώσεις για να τιμήσει το μεγάλο δημιουργό . Εκατό χρόνια πέρασαν από τη γέννηση του στη Μονεμβασιά . Ο πατέρας του μεγαλοκτηματίας , χάνει την περιουσία του , ενώ , παράλληλα με την οικονομική καταστροφή της οικογένειας, η μητέρα του και ο αδελφός του πεθαίνουν το 1921 από φυματίωση. Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο , έρχεται στην Αθήνα, όπου εργάζεται ως δακτυλογράφος , λίγο καιρό όμως μετά προσβάλλεται κι αυτός από φυματίωση. Επιστρέφει στη Μονεμβασιά όπου η ποίηση, η ζωγραφική και η μουσική είναι οι σύντροφοι του . Γύρω στα 1927 νοσηλεύεται στο σανατόριο Σωτηρία για τρία χρόνια. Εκεί ο Ρίτσος γνωρίζεται με μαρξιστές και διανοούμενους της εποχής του. Εκεί μυείται στα κουμμουνιστικά ιδεώδη. Από το φθινόπωρο του 1930 και για ένα χρόνο ζει στα Χανιά, αρχικά στο Άσυλο Φυματικών της Καψαλώνας και μετά από προσωπική καταγγελία του για τις άθλιες συνθήκες ζωής που επικρατούσαν εκεί , μεταφέρεται μαζί με όλους τους τροφίμους σε άλλο σανατόριο. . Τον Οκτώβρη του 1931 επιστρέφει στην Αθήνα . Σκηνοθετεί, συμμετέχει σε παραστάσεις. Η υγεία του βελτιώνεται σταδιακά. Το 1932 ο πατέρας του μπαίνει στο Ψυχιατρείο στο Δαφνί , όπου και πεθαίνει μερικά χρόνια αργότερα. Η πρώτη ποιητική συλλογή δημοσιεύεται το 1934 με το τίτλο Τρακτέρ κάτω από το ψευδώνυμο Ι.Σοστίρ. Την ίδια χρονιά προσλαμβάνεται ως επιμελητής εκδόσεων του οίκου Γκοβόστη και γράφεται στο Κ.Κ.Ε.. Οι νεκροί μιας διαδήλωσης καπνεργατών , που χτυπήθηκε από την αστυνομία , στη Θεσσαλονίκη τον οδηγούν στον «Επιτάφιο»:
΄Ησουν καλός κι ήσουν γλυκός κι είχες τις χάρες όλες
Όλα τα χάδια του αγεριού, του κήπου όλες τις βιόλες
Το 1937 νοσηλεύεται στο σανατόριο της Πάρνηθας. Γράφει την «Εαρινή Συμφωνία»:
Η αγάπη
Πιο μεγάλη
Απ΄ τη σιωπή
Γεφυρώνει το θεό με τον άνθρωπο
Και γεμίζει το απέραντο χάσμα
Με φτερά και λουλούδια
Κατά τη διάρκεια της κατοχής ο Ρίτσος ζει κατάκοιτος, παρόλα αυτά συμμετέχει στη δραστηριότητα του μορφωτικού τμήματος του ΕΑΜ. Το 1943 εκδίδεται η «Δοκιμασία»:
Κάθε άνθρωπος έχει τη θέση του στον ήλιο
Κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο. Κάθε άνθρωπος
Έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του
Κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της άνοιξης μέσα στην τσέπη του.
Το 1948 εξορίζεται λόγω της αριστερής δράσης του διαδοχικά στη Λήμνο, τη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη. ‘ Όταν επιστρέφει στην Αθήνα, πολιτεύεται στην ΕΔΑ. Το 1954 παντρεύεται την παιδίατρο Φαλίτσα Γεωργιάδου από τη Σάμο, με την οποία αποκτούν μια κόρη την Έρη.
Δημοσιεύει τη γνωστή «Σονάτα του Σεληνόφωτος»:
Το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα,
Μονάχος στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
΄Αφησέ με να ΄ρθω μαζί σου.
Το 1956 ταξιδεύει στη Σοβιετική Ένωση ως μέλος αντιπροσωπείας διανοουμένων και δημοσιογράφων . Γράφει τις εντυπώσεις του στην «ΑΥΓΗ». Το 1966 εκδίδεται η «Ρωμιοσύνη»:
Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
Αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ΄ τα ξένα βήματα,
Αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνον στον ήλιο,
Αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.
Μετά το πραξικόπημα του 1967 εξορίζεται ξανά, αυτή τη φορά στη Γυάρο , τη Λέρο και τη Σάμο, όπου περιορίζεται στο σπίτι της γυναίκας του για λόγους υγείας. Τα βιβλία του απαγορεύονται .
Το 1973 κυκλοφορούν τα «Δεκαοκτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας»:
Κουβέντα μ΄ ένα λουλούδι
-Κυκλάμινο, κυκλάμινο, στου βράχου τη σχισμάδα,
Πού βρήκες χρώματα κι ανθείς, πού μίσκο και σαλεύεις;
-Μέσα στο βράχο σύναζα το γαίμα στάλα-στάλα,
Μαντήλι ρόδινο έπλεξα κι ήλιο μαζεύω τώρα.
Λίγο αργότερα το «Καπνισμένο Τσουκάλι»:
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ' τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο.
Μετά την πτώση της δικτατορίας και τη μεταπολίτευση έζησε κυρίως στην Αθήνα και τιμήθηκε για το έργο του από την Ελλάδα και άλλες χώρες του κόσμου. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα διεθνή βραβεία Ποίησης στο Βέλγιο, στην Σόφια και στη Γαλλία , το βραβείο Λένιν , το Διεθνές Βραβείο του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ειρήνης , το βραβείο Ποιητή Διεθνούς Ειρήνης του ΟΗΕ. Ανακηρύσσεται μέλος της Ακαδημίας του Μάιντς της Ομοσπονδιακής Γερμανίας το 1970 , επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. το 1975 και του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1987. Το 1986 προτείνεται για το βραβείο Νόμπελ. ΄Εφυγε από τη ζωή το Νοέμβρη του 1990 και η σορός του ενταφιάστηκε στη γενέτειρά του, όπως ήταν η επιθυμία του.
Το έργο του Γιάννη Ρίτσου αποτελείται από εκατό ποιητικές συλλογές και πολλές μεταφράσεις. Πολλά έργα του μεταφράζονται και εκδίδονται στο εξωτερικό. Η ποίησή του είναι διαποτισμένη από το όραμά του για το μέλλον, από τις ιδέες της Αδελφοσύνης, της Ειρήνης και της Ελευθερίας, μιλά για τρακτέρ, για πυραμίδες, για την άνοιξη και τον χειμώνα , για τις γειτονιές του κόσμου, για το νεκρό σπίτι και το καπνισμένο τσουκάλι, για την ανυπότακτη πολιτεία , για το σώμα και το αίμα, για πέτρες και γέφυρες, για τον έρωτα και τον θάνατο. ΄Αλλοτε αγωνιστικός, άλλοτε τρυφερός, άλλοτε στοχαστικός παρηγορητής κι άλλοτε παθιασμένος επαναστάτης , δραματικός, αλλά και ρεαλιστής, επικός, αλλά και λυρικός, ο Γιάννης Ρίτσος , ο μεγάλος βάρδος της Αριστεράς, είναι ένας από τους μεγαλύτερους ΄Ελληνες ποιητές.
Αν άφεση δεν είναι η ποίηση, …
Τότε, από πουθενά μην περιμένουμε έλεος.
Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009
Είμαστε πλασμένοι από το ίδιο υλικό με τα όνειρα
Ο Μανουέλ Τόρρες ντα Σίλβα φαίνεται να είναι το κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου, ενώ κυριαρχεί σε όλες τις σελίδες η παρουσία του παππού του Μιγκέλ, ο οποίος , όσο ζούσε ήταν μεγάλος παραμυθάς, ένας άνθρωπος από αυτούς «που συναντάς μόνο στις σκηνές των νομάδων ή στα καφενεία της Ανατολής» (σελ. 83).
«Με τα γράμματα και τις λέξεις φτιάχνουμε παραβολές, με τους αριθμούς στα μαθηματικά φτιάχνουμε εξισώσεις. Και στις δύο περιπτώσεις το ζήτημα είναι να βρούμε τη λύση», αποκαλύπτει ο παππούς στον εγγονό του . «Είναι δυνατόν να υπολογίσουμε το τέλος μιας άλυτης ιστορίας;», αναρωτιέται αργότερα ο Μανουέλ. Κι ο δάσκαλος του Ριμπέιρο του απαντά: «Στην τέχνη του υπολογισμού ψάχνεις τον κοινό παρονομαστή. Στη γραμματική ερευνάς την εσωτερική λογική».
Το τελευταίο παραμύθι του Μιγκέλ Τόρες ντα Σίλβα είναι ένα παραμύθι και ταυτόχρονα ένα πρόβλημα, κι ο Μανουέλ θέλει να βρει τη λύση του. Αλλά έχουν άραγε όλα τα προβλήματα λύση ή μήπως η λύση είναι αυτή που προτείνει ο καθηγητής Ριμπέιρο και το παραμύθι έχει ήδη ολοκληρωθεί πριν τον πνιγμό του παππού;
Ο Μανουέλ ξεκινά την αναζήτησή του στην Κοΐμπρα, όπου έρχεται να σπουδάσει μαθηματικά, όπως ήταν η επιθυμία του παππού του. Εκεί με τη βοήθεια και συμπαράσταση του καθηγητή Ριμπέιρο και της Μαρίας αρχίζει να ανακαλεί τις ιστορίες του παππού, τις οποίες ο παππούς αφηγούταν κρατώντας το ακροατήριό του μαγεμένο, ενώ ο Μανουέλ θέλει να τις καταγράψει, όπως να γράψει και άλλες δικές του ιστορίες.
Ο καθηγητής Ριμπέιρο είναι αφοσιωμένος στην επιστήμη του, αλλά συχνά υπερβαίνει τα όρια της. ΄Ετσι ενώ ο παππούς δίδαξε τον Μανουέλ ότι «υπάρχουν πολλοί δρόμοι για όποιον θέλει να ερευνήσει τον κόσμο και τα μυστικά του», ο καθηγητής του από το πρώτο κιόλας μάθημα ισχυρίζεται ότι «όποιος θέλει να κατανοήσει τον κόσμο, πρέπει να εμβαθύνει στη μελέτη των μαθηματικών». Αναφέρεται στους αρχαίους ΄Ελληνες και κυρίως στον Πυθαγόρα, ο οποίος έδωσε στους αριθμούς μεταφυσική διάσταση χρησιμοποιώντας τους για να προσδιορίσει τον κόσμο. Ο παππούς λέει ότι «καλό είναι να ακούει κανείς ιστορίες, καλύτερο όμως είναι ν΄ ακολουθεί τη δική του». Υπάρχουν δύο ταξίδια: το εσωτερικό ταξίδι και το ταξίδι έξω στον κόσμο. Ο ελκυστικός, σύντομος δρόμος συχνά καταλήγει σε αδιέξοδο, ενώ ο δύσβατος αποδεικνύεται πάντοτε ο καλύτερος». Κάτι ανάλογο διδάσκει και ο καθηγητής Ριμπέιρο στους μαθητές του λέγοντας «΄Ισως το δυσκολότερο ταξίδι που θα μπορούσε κανείς να κάνει, είναι το κοπιώδες ταξίδι σε δύσβατα μονοπάτια, το ταξίδι του υποχρεωτικού δισταγμού, των παρακάμψεων που απαιτούν πολύ χρόνο, υπομονή, επιμονή και ψυχραιμία». Τα μαθηματικά συγκρίνονται με την αγάπη (σελ. 37) και με το σκάκι (σελ. 38) . «Τα μαθηματικά είναι μια περιπέτεια, σαν το θαλασσινό ταξίδι, την ανακάλυψη νέων τόπων ή σαν την τέχνη». ΄Οσοι δεν ασχολούνται με τα μαθηματικά γίνονται αντικείμενο χλευασμού και η αλήθεια προκύπτει μόνο από τους αριθμούς. Κι όμως οι ιστορίες του παππού είναι αληθινές, γιατί σύμφωνα με τον καθηγητή Ριμπέιρο «η πραγματικότητα είναι υπαρκτή, η αλήθεια όμως είναι γνήσια δημιουργία . Ο αφηγητής εφευρίσκει το υλικό των ονείρων μας , μας μπολιάζει με τις ψεύτικες ιστορίες του ενάντια σε μια πραγματικότητα που ψεύδεται» (σελ. 42). Μπορούμε να πιστέψουμε ένα παραμύθι; Μπορούμε να παραχωρήσουμε πίστη σε κάτι που θα κάνει τον άλλον πλούσιο; ΄Ετσι επανερχόμαστε στη σχέση αφήγησης και αριθμών , και πιο ειδικά στη σχέση μαθηματικών και ποίησης. Τα μαθηματικά είναι το σύνολο των κανόνων που επιτρέπουν στην ποίηση να ξεδιπλωθεί (σελ. 47), αλλά και «όποιος έχει καρδιά και χρησιμοποιήσει το πνεύμα και τη λογική, θα δει ότι η καρδιά του δίνει έτοιμη τη λύση» (σελ. 102). Η τέχνη των αριθμών χρειάζεται για να κατανοείς και η γλώσσα για να ευτυχείς (σελ. 56). Οι συμπτώσεις και η τύχη εμφανίζονται επανειλημμένα (σελίδες 34, 57, 69 , 75, 91, 111, 144 και 152 ) . Σαν ποίημα ακούγονται οι επαναλήψεις στο βιβλίο, για τον Μανουέλ που σπουδάζει γεωμετρία και αριθμητική , πίνει κρασί και τρώει κατσικίσιο τυρί και ψωμί. Ο Μανουέλ θυμάται τις ιστορίες και τις ξεδιπλώνει μπροστά μας , για τον κήπο, το δικαστή, τους δερβίσηδες, το δηλητήριο του φιδιού, τη συμπόνια, το λιοντάρι και τον λαγό, για τον Μάρκο Αυρήλιο και αυτές ήταν τότε , που τις αφηγήθηκε ο παππούς , θεραπευτικές, και μπορεί να είναι ακόμη. ΄Ετσι φθάνουμε στη Χρυσή Τομή και στη σχέση ιστορίας, αφηγητή και ακροατή. Η ιστορία αποκτά αυτόνομη ύπαρξη μετά την αφήγηση (143).
΄Ένα βιβλίο ποιητικό, αφιερωμένο στην μαγεία της αφήγησης «Καμιά φορά φτάνει να ρίξεις μια ματιά στον νυχτερινό ουρανό. Και τότε σ΄ ένα από τα αστέρια θα αγκυροβολήσει η ψυχή σου» (σελ. 85).
Ακόμη «Η αράχνη εκεί πάνω υφαίνει τον ιστό της ακολουθώντας αυστηρούς μαθηματικούς κανόνες. ΄Ετσι πλέκουμε κι εμείς τα όνειρά μας, υφαίνουμε ιστορίες που υπακούνε σε παλιούς κανόνες, άγνωστους ακόμη σε μεγάλο βαθμό. Κι επειδή μας απομένει χρόνος, λύνουμε και σπαζοκεφαλιές πάνω από τον αργαλειό του Υψίστου» (σελ. 119) .
Κι ενώ ο Μανουέλ θυμάται τη φράση του παππού «Αν ανοίξεις την πόρτα στη ζωή σου, θα βρεις περισσότερη φαντασία απ΄ όση ονειρεύτηκες ποτέ» (σελ. 71), ποιος είναι ο δρόμος για να ανοίξει κάποιος την πόρτα στη ζωή του; Ο ένας δρόμος είναι να πιστέψεις ότι υπάρχει διέξοδος κι ο άλλος «Η απάντηση είναι μέσα σου. Και ο δρόμος μέχρι εκεί είναι συχνά μακρύς».
Κυριακή 8 Μαρτίου 2009
Πες μου μια λέξη, αυτή τη μόνη λέξη ...
Ο Δημ. Μπουραντάς στην εισαγωγή του βιβλίου του "΄Ολα σου τα ΄μαθα, μα ξέχασα μια λέξη" μας ξεκαθαρίζει ότι « το μυθιστόρημά του δεν φιλοδοξεί να δρέψει λογοτεχνικές δάφνες, αλλά να αποδειχθεί ένα διδακτικό κείμενο». ΄Ετσι το προβλέψιμο σκηνικό, το περιορισμένο και τεχνοκρατικό επαναλαμβανόμενο λεξιλόγιο, η έλλειψη εικόνων, η ανεπάρκεια των περιγραφών και η μονομέρεια των στόχων θεωρούνται εκ προοιμίου αναμενόμενα . Κι όμως κατάφερε να διεκδικήσει και να εξασφαλίσει το βραβείο αναγνωστών 2008. Με αφορμή το βιβλίο αυτό έκανα κάποιες σκέψεις σχετικά με το σύστημα που γεννά και δίνει αξία σε παρόμοια βιβλία. Το πολύπαθο σύστημα παιδείας στη χώρα μας, που αναγκάζει τα παιδιά να τρέχουν σε ένα αγώνα ταχύτητας από το νηπιαγωγείο στερώντας τους τον ελεύθερο χρόνο, την επικοινωνία με τα ανείπωτα, το νόημα της ζωής. Ο Πήτερ Παν χάνει την αίσθηση του πετάγματος και ο μικρός πρίγκιπας εγκαθίσταται υποχρεωτικά σ΄ ένα πλανήτη που δεν τον αναγνωρίζει για δικό του. Μέσα σ΄ αυτή την κοινωνία της εντατικοποίησης και της ανταγωνιστικότητας, της κοινωνίας των δύο ταχυτήτων, των ηγετών , της «αριστοκρατίας» και του λαουτζίκου. Επομένως λέξεις όπως συνεργασία, κατανόηση και αδελφοσύνη χάνουν το νόημά τους.
Το βιβλίο αυτό «΄Όλα σου τα ΄μαθα , μα ξέχασα μια λέξη», μου προκάλεσε μια απέραντη θλίψη, καθώς έχω την αίσθηση ότι είναι απλώς το σύμπτωμα στην ασθένεια της μοναξιάς και αποξένωσης , όπως συμπτώματα είμαστε όλοι μας στο μέτρο που εντασσόμαστε μέσα σ΄ αυτό και μέσα απ΄ αυτό αποδεχόμαστε τους ρόλους που μας προτείνει και επιβάλλει. Υπάρχει διέξοδος; Η μόνη διαφυγή είναι κατά την ταπεινή μου άποψη η πνευματικότητα, η οποία εμπεριέχει την αυτο-εξέταση και την αυτο-αποδοχή, την κατανόηση του άλλου και την συγχώρεση, όχι σαν κούφιες λέξεις ενός συστήματος που κλέβοντάς τες από άλλους πολιτισμούς τις οικειοποιείται σε μια απέλπιδα προσπάθεια να γίνει λειτουργικό και αποτελεσματικό, αλλά σαν δείγμα μιας ανώτερης ποιότητας ζωής που συμβάλλει στη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής και των ανθρώπινων σχέσεων. Η υποταγή σε βαθιές αξίες, όλο ψηλότερα , όλο βαθύτερα που έλεγε και ο ποιητής, η υπόκλιση μπροστά σε έννοιες που έχουν νόημα και ουσία και δεν λειτουργούν υποκριτικά, αλλά πηγαία και αυθόρμητα.
Η ζωή μας στο ρελαντί, η ζωή μας σαν παιχνίδι που μέσα σ΄ αυτό βιώνουμε, απολαμβάνουμε, δακρύζουμε, αλλά και χαιρόμαστε, μια μαγική επαφή με τον «χώρο του αοράτου», που υπακούει σε δικούς του νόμους, που λέγονται νόμοι της ανθρωπιάς, νόμοι που κάνουν τον καθένα μας διαφορετικό από τους άλλους αλλά και πάλι ίδιο. Η δίπολη σκέψη μας οδηγεί σε αδιέξοδα, η ζωή είναι μια σύνθεση, μια ολότητα κι ο άνθρωπος είναι πραγματικά ευλογημένος για να υποφέρει. Αν υπάρχει η αίσθηση ότι όλα αυτά τα λέει ο Δημ. Μπουραντάς στο βιβλίο του , σας διαβεβαιώνω ότι είναι ψευδαίσθηση έως και αυταπάτη. Για ένα τουλάχιστον λόγο: διότι η αφετηρία είναι διαφορετική, εκ διαμέτρου αντίθετη. Το βιβλίο αυτό μας εκθέτει τις αξίες και τις έννοιες, σωρευτικά και χωρίς να τους δίνει την αξία που τους αρμόζει, με την προοπτική να δημιουργήσει ένα δικό του σύστημα, με στόχο πετυχημένους ανθρώπους, μόνο που η λέξη επιτυχία είναι ανεπαρκής για να δώσει νόημα στη ζωή του ανθρώπου σήμερα. Ο πετυχημένος άνθρωπος δεν είναι απαραίτητα ευτυχισμένος, γεγονός που διαγράφεται και μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ενώ το αντίθετο ισχύει πάντοτε. Είναι σαφές ότι οι στόχοι και τα όνειρα ζωντανεύουν το παρόν, διαγράφουν το μέλλον. Χρειάζεται όμως διάλογος μέσα μας ανάμεσα στο εφικτό και το ανέφικτο, τη σύνεση και την τόλμη, την ανάλωση και την εγκράτεια, την αποστασιοποίηση και το δέσιμο. Μέσα από αυτή τη σύνθεση θα επιτύχουμε σαν ανθρώπινα όντα που έχουν ένα κομμάτι θεϊκό μέσα τους. Η αυτογνωσία , που αναφέρεται επανειλημμένα μέσα στις σελίδες του βιβλίου αυτού, είναι μια επίπονη διαδικασία, όχι απλά μια λέξη. Το ίδιο και η αυτοπραγμάτωση, που μια ολόκληρη ζωή είναι μάλλον μικρή για να μπορέσει κάποιος να την αγγίξει. Γεμάτο αντιφάσεις, όπως ενώ ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος και το ρουσφέτι και η αναξιοκρατία επικρατούν σε διάφορους τομείς της κοινωνίας, η πρωταγωνίστρια του βιβλίου βρίσκει αγγέλους, γνωρίζοντας τους κατάλληλους ανθρώπους που με την κατάλληλη συμπεριφορά την προωθούν. Η ανάγκη αναγνώρισης της αξίας του ταξιδιού, η φτώχεια της Ιθάκης έρχεται επίσης σε αντίθεση με την διαρκή προσπάθεια για νέες κορυφές , για ψηλότερους στόχους, για μια ατελείωτη αναμέτρηση με τη ζωή , που δημιουργούν κενό στη προσωπική ζωή . Συχνά αναφέρεται ο Νίτσε, και μάλιστα το σημείο εκείνο με την καταιγίδα και τα περήφανα δέντρα, αλλά πουθενά δε γίνεται ορατή η σύγκρουση χαρακτήρων ούτε και κάποια εσωτερική σύγκρουση από την οποία να διαφαίνεται προσωπική βελτίωση. Η πρόταση μάλιστα που αναφέρεται στο τέλος σχετικά με την επίδραση στους νευρώνες για την απάλειψη των αρνητικών συναισθημάτων έχω την αίσθηση ότι μάλλον ακούγεται επικίνδυνη, διότι τείνει στη δημιουργία ανδρείκελων, ανθρώπων χωρίς συναίσθημα. Αναρωτιέμαι , αν βρεθεί τρόπος να αποβάλλει κάποιος τα αρνητικά συναισθήματα , με την ίδια διαδικασία δεν θα μπορούσε άραγε να διώξει και τα θετικά αποβάλλοντας με μηχανικό και τεχνοκρατικό τρόπο την ιδιότητα του ανθρώπου χωρίς αυτό να είναι αποτέλεσμα εσωτερικής διεργασίας και προσπάθειας ; Πώς κάτι τέτοιο θα έκανε έναν άνθρωπο καλύτερο; Μάλλον ταινία επιστημονική φαντασίας μπορεί να προκύψει από μία ιδέα σαν αυτή!
Εν κατακλείδι, μπορεί ο λουστράκος να έγινε διάσημος καρδιοχειρουργός, αν θυμάμαι καλά την παλιά εκείνη ταινία, στη δεκαετία του ΄60, αλλά δεν θα φανταζόμουν ποτέ ότι η ζωή του θα γινόταν ευπώλητο βιβλίο πενήντα χρόνια αργότερα , δημιουργώντας αμφίβολα πρότυπα και περνώντας μέσα από το αυτονόητο , αλλά και την αντίφαση, να αναδεικνύει την τελειότητα , ουσιαστικά την μη αποδοχή της πραγματικότητας , σε στόχο ζωής. Εξάλλου η ζωή δικαιώνεται από τον εαυτό της. Με απλά λόγια αυτό σημαίνει να μπορώ να κάθομαι στη κορφή ενός βουνού και να αγναντεύω τη θάλασσα!