… Γεννήθηκε καχεκτικό, αδύναμο παιδί, κ΄ εδώ και είκοσι χρόνια τον είχε βρει η παράλυση που τον κράτησε από τότε δεμένο στην πολυθρόνα του. ΄Όμως μες στο άρρωστο αυτό κορμί σπαρταρούσε μια δύναμη, που, θρεμμένη απ΄ την ακινησία, έγινε με τον καιρό σαν το κύμα του Ωκεανού. ΄Ηταν το αίμα της ράτσας και των προγόνων του που έβραζε μέσα του, η αγάπη για την περιπέτεια, για το ταξίδι, για τη δύσκολη στιγμή της ζωής. Μη έχοντας άλλη διέξοδο η ακατάβλητη τούτη δύναμη χύθηκε μες στα βιβλία. Σε βιβλία ταξιδιών, σε κουρσάρικες ιστορίες, σε απομνημονεύματα για περιηγήσεις ξένων τόπων, σε ημερολόγια εξερευνητών. Ο παράλυτος άρχοντας έμαθε σιγά σιγά να ζει τις ξένες ιστορίες σα δικές του, γιατί ήταν ετοιμασμένος να τις αισθάνεται στην αληθινή τους ποιότητα: στην ποιότητα του πάθους. ΄Ετσι το αδύναμο αυτό σκαρί, το καρφωμένο σε μια πολυθρόνα στη Σκωτία, συνεννοούτανε περίφημα με τον Μαγελάνο, με τον Μάρκο Πόλο, με τον Μπέριγκ, με τον Βάσκο ντε Γκάμα. ΄Εκανε με τη φαντασία του τα ταξίδια όλων των ωκεανών, όλες τις πειρατείες, όλες τις ανακαλύψεις των μυθικών νησιών. ΄Εζησε όλες τις κουρσάρικες περιπέτειες της Αυτοκρατορίας, πέρασε τις Ινδίες, την Ερυθρή Θάλασσα, κατέβηκε πιο χαμηλά. Είχε φτάξει στα στενά του Γιβραλτάρ, κόντευε να τελειώσει το ταξίδι του γυρισμού, όταν ο πειρασμός τον τράβηξε: μπήκε στη Μεσόγειο. ΄Υστερα απ΄ όσα είχε ζήσει, ύστερα απ΄ τη μοίρα των ωκεανών, η θάλασσα τούτη του ήταν σα λίμνη, σαν παιχνίδι. ΄Ελεγε ν΄ ανασάνει λίγο τον αγέρα της και να βγει πάλι έξω απ΄ τα στενά, χωρίς να πολυσκοτιστεί μαζί της. ΄Όμως στη Μεσόγειο φυσούνε ανακατεμένοι άνεμοι, ρέματα δυνατά. Αυτά τον τράβηξαν χαμηλότερα. Ακόμα πιο χαμηλά. Πιο χαμηλά. ΄Ωσπου τον φέραν στη χώρα του Αιγαίου, στη χώρα του μύθου.
Αναγνώστη, εσύ που ρωτάς τι πάρε δώσε έχουν τα φανταστικά ταξίδια ενός παράλυτου άρχοντα της Σκωτίας με την ιστορία της Αιολικής Γης, με την απλή τούτη ιστορία που λέει για έναν τόπο που τον βρέχει το Αιγαίο, θα καταλάβεις τώρα τον ιστό που σιγά σιγά τυλίγει τον ξένο. Ο άνθρωπος ήρθε στην Ελλάδα. Και καθώς μπήκε στον τόπο των Θεών και των Σατύρων, στη Γυμνή και Γαλάζια Χώρα δεν το μπορεί πια να φύγει. Ταξίδεψε όλους τους ωκεανούς και μπόρεσε να φύγει απ΄ όλους τους τόπους όπου είχε φτάξει. Γιατί όλοι είχαν κάτι που δεν ήταν τελειωμένο, που δεν ήταν πλήρες. ΄Όμως η Ελλάδα δεν αφήνει χώρο για επιθυμία και για χίμαιρα. Η Ελλάδα είναι η Χίμαιρα. (σελ. 148-149)
Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου