Σ’ έναν από τους τοίχους του δωματίου μου κρέμεται ένα ωραίο παλιό ρολόι που δεν δουλεύει πια. Οι δείκτες του, σταματημένοι, δείχνουν πάντοτε την ίδια ώρα: εφτά ακριβώς.
Σχεδόν πάντα, το ρολόι είναι μόνο ένα άχρηστο διακοσμητικό πάνω σ’ έναν ασπριδερό και άδειο τοίχο. Ωστόσο, υπάρχουν δύο στιγμές στην διάρκεια της ημέρας, δύο φευγαλέες στιγμές, που το παλιό ρολόι μοιάζει να ανασταίνεται από τις στάχτες του σαν τον φοίνικα.
Όταν όλα τα ρολόγια της πόλης μέσα στην τρελή τους πορεία δείχνουν εφτά, όταν όλοι οι κούκοι και τα μηχανικά γκονγκ σημαίνουν εφτά φορές, το παλιό ρολόι της κάμαρας μου δείχνει να παίρνει ζωή. Δύο φορές την ημέρα, μία το πρωί και μία το βράδυ, το ρολόι μου νοιώθει σε απόλυτη αρμονία με το υπόλοιπο σύμπαν.
Αν κάποιος κοίταζε το ρολόι εκείνες τις δύο στιγμές θα έλεγε ότι λειτουργεί στην εντέλεια. Μόλις, όμως, περάσει εκείνη η στιγμή, όταν όλα τα ρολόγια πάψουν να σημαίνουν και οι δείκτες τους συνεχίσουν τον μονότονο δρόμο τους, το παλιό μου ρολόι χάνει τον βηματισμό του και παραμένει πιστό σ’ εκείνη την ώρα που κάποτε σταμάτησε.
Εγώ αγαπώ αυτό το ρολόι. Κι όσο περισσότερο μιλώ γι’ αυτό, τόσο περισσότερο το αγαπώ. Γιατί νοιώθω ότι ολοένα και περισσότερο του μοιάζω.
Είμαι κι εγώ σταματημένος σε μια στιγμή.Κι εγώ νιώθω καρφωμένος και ακίνητος. Κι εγώ είμαι, κατά κάποιον τρόπο, ένα άχρηστο διακοσμητικό σ’ έναν άδειο τοίχο.
Όμως, επίσης, απολαμβάνω τις φευγαλέες στιγμές κατά τις οποίες, μυστηριωδώς, έρχεται η ώρα μου.
Εκείνη την ώρα νοιώθω ζωντανός. Όλα είναι ξεκάθαρα και ο κόσμος γίνεται υπέροχος. Μπορώ να δημιουργήσω , να ονειρευτώ, να πετάξω, να πω και να αισθανθώ περισσότερα πράγματα εκείνες τις στιγμές απ’ όσο όλο τον υπόλοιπο καιρό. Αυτές οι αρμονικές συγκυρίες επαναλαμβάνονται συχνά, σαν μια αναπόφευκτη αλληλουχία.
Την πρώτη φορά που το ένοιωσα προσπάθησα να γαντζωθώ σ’ εκείνη την στιγμή, νομίζοντας ότι θα μπορούσα να την κάνω να διαρκέσει για πάντα. Δεν έγινε έτσι όμως. Όπως στον φίλο μου, το ρολόι, έτσι κι εμένα μου ξεφεύγει ο χρόνος των άλλων.
...Όταν περάσουν οι στιγμές αυτές, τα υπόλοιπα ρολόγια, που φωλιάζουν σε άλλους ανθρώπους, συνεχίζουν την πορεία τους, κι εγώ επιστρέφω στο ρουτινιάρικο στατικό μου θάνατο, στη δουλειά μου, στις συζητήσεις του καφενείου, στην ανία μου, που συνηθίζω ν΄ αποκαλώ ζωή.
Ξέρω, όμως, ότι η ζωή είναι άλλο πράγμα.
Ξέρω ότι η ζωή, η αληθινή, είναι το άθροισμα εκείνων των στιγμών που, μολονότι φευγαλέες, μας επιτρέπουν να αντιλαμβανόμαστε το συντονισμό μας με το σύμπαν.
Σχεδόν όλος ο κόσμος νομίζει- ο δυστυχής- ότι ζει.
Υπάρχουν μονάχα στιγμές πληρότητας, και εκείνοι που δεν το ξέρουν κι επιμένουν να θέλουν να ζουν διαρκώς, θα μείνουν καταδικασμένοι στον γκρίζο και επαναληπτικό βηματισμό της καθημερινότητας.
Γι’ αυτό σ’ αγαπώ , παλιό μου ρολόι. Γιατί εσύ κι εγώ είμαστε το ίδιο.
Βασισμένο σ' ένα διήγημα του Τζιοβάνι Παπίνι (1881-1956) από το βιβλίο "Να σου πω μια ιστορία" του Χόρχε Μπουκάι.
Κυριακή 25 Ιουλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Διαβαζοντας το βιβλιο "Να σου πω μια ιστορια", ειδα τον εαυτο μου στις σελιδες του. Το επομενο βιβλιο που θα διαβασω θα ειναι "Το ρολοι που σταματησε στις εφτα".
πολύ ωραία ιστορία.
kalispera. psaxno na vro to vivlio to roloi pou stamatise stis efta ala den to vrisko pouthena. iparxi san vivlio ? xeri kapios na mou pi?eyxaristo.as me enimerosi an xeri kapios sto email alexakisbest@hotmail.com i apo edo thanks ke pali.
Δημοσίευση σχολίου