.....Και να, προχτές, που ανοίγω ξάφνου την «Αιολική Γη» του Βενέζη.
Μια γλυκιά γαλήνια ζέστη χύνεται άξαφνα από τα φύλλα του, όχι πια φύλλα βιβλίου μια φύλλα δέντρου, δέντρου νεώτατου και δέντρου προαιώνιου, που με τυλίγει με το σάλεμά του, που θροεί ολοένα σιγανότατα στ΄ αυτιά μου, που επικοινωνεί με το αίμα μου, το νου μου, την καρδιά μου, και με τη σειρά του με βοηθάει να κοινωνώ ξανά σε κάποια νέα μου πλατιά επικοινωνία με τον κόσμο όλο: με τη θάλασσα, με τα βουνά, με τα χωράφια, με τα ζώα, με τις ψυχές. ΄Ενας βαθύς, ένας γαλήνιος αυτοματισμός προωθεί το διάβασμά μου – αυτή η ίδια α-προσπάθεια με την οποία κυλάει η λύμφη στο φυτό, ή δημιουργείται η συμπαθητική ανταπόκριση ανάμεσα απ΄ τις ρίζες ενός δέντρου κι από κάποιες μακρινές πηγές, ανάμεσα μιας πεταλούδας κ΄ ενός κάμπου λουλουδιών – και μου χαρίζει απροσδόκητα έναν τρόπο κ΄ ένα μέσο μιας γλυκύτερης και πιο ήρεμης συνολικής, και του κορμιού και της ψυχής μου, αναπνοής. Είναι η γλυκιά Ιωνική ατμόσφαιρα, είναι η κρυφή, χαμένη θαλπωρή της μυστικής του κόσμου σάρκας που απροσδόκητα ξανάρχεται και πάλι σ΄ επαφή μητριαρχική μαζί μου, είναι η αγνή Ιωνική πνοή του ξεχασμένου και νοσταλγημένου από με τον ίδιο, όπως εξήγησα πρωτύτερα, πολιτισμού. Εδώ δεν κυριαρχεί ένας τόνος, σερνικός ή θηλυκός, εδώ ηχούν αράδα όλες οι φωνές του κόσμου,
όπως η σειρά απ΄ τα κουδούνια του καμηλιέρη,
του «τσιτμή» της «Α ι ο λ ι κ ή ς Γ η ς».
«Τίποτε δεν μπορεί (γράφει ο Βενέζης) να ταράξει την αυστηρή πειθαρχία αυτών των ήχων. Επιβεβαιώνουν την καλή τάξη, τη συμφωνία του κόσμου. Τους ακούει να πορεύονται πίσω του ο τσιτμής, και είναι ήσυχος πως όλα πάνε καλά στη γη. Μπορεί να τύχει μια στιγμή – μια ελάχιστη στιγμή- να λείψει ένας ήχος. Η αρμονία πάσχει μονομιάς κι ο τσιτμής καταλαβαίνει πωςκάτι χάλασε στην τάξη του κόσμου. Τότε μονάχα παίρνει το πρόσωπό του ανήσυχη έκφραση και γυρίζει πίσω του να δει. Σταματά, κατεβαίνει απ΄ το γαϊδούρι του, πάει και ξαναδένει στο καραβάνι την καμήλα που έκοψε το σκοινί. Και η συμφωνία ξαναρχίζει».
Κι ο Βενέζης το ίδιο, σαν ετούτο τον καλό τσιτμή, ενεργεί μέσα σ΄ αυτό του το βιβλίο. Δεν ακουμπά ιδιαίτερα σε κάποιον απομονωμένο τόνο, δε ζητάει την επικράτησή του, δεν υπογραμμίζει περισσότερο ετούτη την πλευρά που προέρχεται στο έργο του απ΄ την Ιστορία, την καθαυτό και τόσο πρόσφατη Ιστορία, απ΄ την άλλη που προέρχεται από μόνη την αισθαντικότητά του. ΄Όπως εκείνος ο τσιτμής, κάνει και τούτος κάτι πάνσοφο. Γυρεύει ν΄ αποδώσει σ΄ όλα, είτε πρόσωπα είτε πράγματα είτε γεγονότα, που κινούνται μέσα στο βιβλίο του – και για τούτο και μες στην ψυχή του ίδιου του αναγνώστη – τις χαμένες τους παλιές δυνάμεις, τις κρυφές τους συμπαθητικές ιδιότητες, πλησιάζοντάς τα με τη Φύση, ολοκληρώνοντάς τα μες στη συμφωνία της καθολικής ζωής, αναπλάθοντας την παλιά ιερή κι αναγκαία συμμαχία μεταξύ «πλάσματος» - ζώου, φυτού ή ανθρώπου – και της όλης Δημιουργίας.
Για να πραγματοποιήσει αυτό το θαύμα ο Βενέζης δεν έχει άλλο τίποτα να κάμει παρά να κατέβει – όχι βίαια, μήτε βιαστικά, αλλά ρυθμικά, στρωτά, γαλήνια – στον πρώτο του, το θεμελιώδη αισθαντικό εαυτό.
....................................
Οι αποδείξεις και τα παραδείγματα είναι πολλά, όλο το βιβλίο. Θεματοφύλακας μιας παράδοσης υπέρτατης, που τη λογιάζαμε χαμένη. Της Ιωνικής. Η μυστική φωνή της:
«΄Ετσι ετούτη η μυστική φωνή γίνεται ο πιο αδιόρατος κι ο πιο βέβαιος δεσμός ανάμεσα στις γενιές των προγόνων κ΄ εκείνων που θα ΄ρθουν, ένα ήχος π ο υ
θ α μ έ ν ε ι όταν η μνήμη των ανθρώπων θα ΄χει χαθεί».
Και υπάρχει και το υπέρτατο παράδειγμα, το τελευταίο, που κλείνει όλο το βιβλίο. Είναι το μικρό μαντίλι, με το φυλαγμένο απ΄ την πατρίδα χώμα. Εδώ πια δεν είναι η φωνή. Είναι η ίδια η σάρκα και το πνεύμα της Ιωνίας. Την κρατάμε, την αγγίζουμε, την ψάχνουμε σ΄ αυτή τη φούχτα απ΄ το δικό της χώμα. Μια φ υ σ ι ο λ ο γ ι κ ά γ λ υ κ ι ά π ί σ τ η χύνεται από την αφή μας μες στις φλέβες μας και στις καρδιές μας. Η Ιωνία δε χάθηκε. Η Ιωνία ζει. Ο χαμένος της προαιώνιος πολιτισμός υπάρχει. Μας τον έφερε το δράμα το φριχτό της Ιστορίας. Μας τον έφερε η προσφυγιά κοντά μας. Μας τον έφερες Εσύ, Ηλία Βενέζη.
Σκύβω και φιλώ το χώμα εκείνο πρώτα. ΄Επειτα, από μέρος όλων μας των αδελφών Κι μεγαλύτερος στα χρόνια, σκύβω και φιλώ μ΄ αυτό τον ίδιο πρόλογο και το δικό Σου μέτωπο, αδελφέ Ηλία Βενέζη.
9.1.1944
(Πρόλογος του ΄Αγγελου Σικελιανού στη δεύτερη έκδοση της "Αιολικής Γης"
Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου