Με τη μαντάμ Μποβαρύ, γνήσιο αριστουργηματικό πρότυπο του σύγχρονου μυθιστορήματος, η πεζογραφία διαχωρίζεται με τρόπο ξεκάθαρο από την ποίηση, παύει να μεταρσιώνει, να μεταπλάθει την πραγματικότητα, παύει να την βλέπει στην προοπτική της έξαρσης, παύει να αναζητά και να ξεθάβει τη βαθύτερη μεγαλοσύνη και δραματικότητά της, παύει να επιδιώκει την ποιητική της υπερύψωση. Η λογοτεχνία προσγειώνεται στο έδαφος της πικρής αλήθειας της καθημερινής ζωής, στην απεικόνιση της άνυδρης πραγματικότητας, τέτοιας που είναι και που καθημερινά βιώνεται γύρω μας και μέσα μας, οριοθετείται στη φωτογράφηση της ανθρώπινης μοίρας, στην περιγραφή της ζωής με την εγγενή της κακουχία, στην παρουσίαση των άτεγκτων νόμων του κόσμου, χωρίς διαφυγές, χωρίς ψηλοπετάγματα, χωρίς λύτρωση. Ο Φλωμπέρ είναι ο απαράμιλλος παρατηρητής του μηδενός, ο ιχνογράφος της απαισιόδοξης όψης του κόσμου, ο βάρδος της διαρκούς αποτυχίας κάθε προσπάθειας που επιχειρεί ο άνθρωπος μέσα στα πλαίσια που του ορίζει ο κόσμος τούτος για να ξεφύγει από τη δυσπραγία του κόσμου τούτου.
Σύμβολο της αποτυχίας αυτής, σύμβολο που το απαθανατίζει με απίστευτη δύναμη το συγγραφικό ταλέντο του Φλωμπέρ, η απλή μορφή μιας κοπέλας του λαού, της ΄Εμμας Μποβαρύ. Η ΄Εμμα Μποβαρύ, μια γυναίκα ευφάνταστη, ευσυγκίνητη, φιλήδονη, ζωντανή και ονειροπαρμένη, βρίσκεται σε αδυναμία να συμβιβάσει τις λαχτάρες και τις επιθυμίες της με την ανούσια, ανάλατη και πεζή πραγματικότητα της ζωής που της έχει ορισθεί να ζήσει. Δε μπορεί να ισορροπήσει με τα πράγματα, να ενσωματωθεί στον κόσμο που την περιβάλλει, κυνηγά τη χίμαιρα της δυστυχίας, το μεγάλο έρωτα, το ιδεώδες, που το υποστασιοποιεί πότε στον ένα και πότε στον άλλον άντρα, σε πρόσωπα που ο ίδιος αυτός κόσμος που αυτή απεχθάνεται τα παράγει και της τα κομίζει και που επενδύει πάνω τους όλους τους κραδασμούς της ψυχής της, όλες της τις προσδοκίες, γαντζώνεται από αυτά, τα κάνει διαδοχικούς άξονες αναφοράς, τα πολιτογραφεί σαν πλάσματα από άλλους κόσμους και τόπους, τους τόπους της ευδαιμονίας. Και, όταν η απογοήτευση έρχεται, η ΄Εμμα Μποβαρύ, απαρνημένη, εγκαταλειμμένη, περιπαιγμένη, αρνιέται να δεχτεί στωικά τη μοίρα της ζωής και φεύγει απ΄ αυτήν, ενώ η θλιβερή και στυφή όψη του αισθητού τη συνοδεύει στη φυγή της με το τραγούδι του αθεράπευτα πληγιασμένου και κακόμορφου ζητιάνου, κι αφού, λίγο πριν, αυτή, η προδομένη από κείνους που είχε αγαπήσει, δίνει απελπισμένη το πιο φλογερό ερωτικό φιλί που έδωσε ποτέ στο μόνο σταθερά και ακλόνητο πιστό εραστή των ανθρώπων, τον Ιησού.
Με τη Μαντάμ Μποβαρύ, ο Φλωμπέρ δεν εγκαινιάζει μόνο μια νέα εποχή του ρεαλισμού, αλλά, ταυτόχρονα, πράγμα παράδοξο γι΄ αυτόν που πιστεύει στο στυλ γραφής σαν αυτοσκοπό και στην τελική έλευση μιας εποχής όπου η ίδια η Τέχνη θ΄ ανήκει στο παρελθόν, αφήνει στις γενιές που ακολουθούν τη μορφή της ΄Εμμας Μποβαρύ, μορφή αιώνια και πάντα αγέραστη, γιατί σφύζει από αλήθεια, απ΄ την αλήθεια της ζήσης αυτής, που είναι πικρή, γιατί, για να θυμηθούμε τη σολωμική ρήση, μόνο «με λογισμό και μ΄ όνειρο» μαζί είμαστε δικασμένοι να τη ζούμε.
(Μπ. Λυκούδης, από την Εισαγωγή του βιβλίου)
Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου