Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

Το μωβ κυκλάμινο

Βγήκα να μαζέψω κυκλάμινα χθες το πρωί στο βουνό.
Καθώς ανέβαινα την πλαγιά του συνάντησα ένα τσαλαπετεινό.
Τον ρώτησα που θα μπορούσα να βρω κυκλάμινα.
Κι εκείνος μου απάντησε. Κοντά στη φωλιά μου. Ακολούθησε με.
΄Ανοιξε τα φτερά του σ΄ ένα πεταλουδένιο χορό και απομακρύνθηκε.
Με βία κατάφερα να τον ακολουθώ, καθώς στο πέταγμά του το ερωτικό πουλί δεν γνώριζε εμπόδια.
Iσορροπούσα πάνω σε πέτρες, πηδούσα πάνω από ρυάκια και φυλαγόμουν μήπως πατήσω αγριολούλουδα, χαμομήλια και μη με λησμόνει.
΄Επειτα βρέθηκα σ΄ ένα ξέφωτο.
Ατελείωτα κυκλάμινα, χιλιάδες χρώματα και αποχρώσεις του κόκκινου, του κίτρινου, του λευκού, βελούδινα χαλιά στα πόδια μου.
Κυττούσα τριγύρω.
΄Εψαχνα ανάμεσα στα κυκλάμινα να βρω το ένα,
εκείνο που για χάρη του άξιζε τον κόπο να ανέβω το βουνό, για να το βρω, εκείνο το ένα.
Κάθισα σ΄ ένα βράχο έχοντας πάρει την απόφαση να επιστρέψω στο σπίτι μου χωρίς να μαζέψω ούτε ένα κυκλάμινο, ούτε ένα.
Τότε το είδα.
΄Ηταν μια μωβ πινελιά.
Χρύσιζε στις ακτίνες του ήλιου.
Ανάμεσα στα πέταλά του ερωτεύονταν μέλισσες.
Γύρω του φτερούγιζαν χαρούμενα κιτρινόμαυρες πεταλούδες.
Σηκώθηκα και το πλησίασα.
Φύτρωνε στην άκρη του γκρεμού.
΄Απλωσα από μακριά το χέρι μου να το πιάσω.
Γλίστρησα πάνω στις πέτρες και αισθάνθηκα το χώμα να υποχωρεί κάτω από τα παπούτσια μου.
Κρατιόμουν πάνω του και σαν από θαύμα οι ρίζες του ήταν τόσο ισχυρές που αυτό δεν μετακινήθηκε.
΄Εμεινε εκεί ακούνητο σαν κλαδί δέντρου.
Φοβήθηκα μήπως το πληγώσω.
Τότε μια πεταλούδα γύρισε και μου είπε σε περιμέναμε. Το ξέραμε πως θα έλθεις. Μην σε τρομάζει ο γκρεμός. Τα εμπόδια είναι μέσα μας. Μπορείς να πετάξεις.
΄Αφησα το κυκλάμινο.
Στεκόμουν στην άκρη του γκρεμού, μα δε φοβόμουν πια.
Ανέβηκα μ΄ένα πέταγμα.
΄Εγειρα πλάι του και το κοίταζα μαγεμένη.
΄Ηταν το κυκλάμινο, το δικό μου κυκλάμινο.
Βράδιασε.
Κι ο ουρανός γέμισε αστέρια.
΄Απλωσα τα χέρια
και μέσα στη μαγεία της νύχτας χιλιάδες μωβ πινελιές ξεπήδησαν από το σώμα μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: