Βρισκόμαστε γύρω στα 1770, εποχή του διαφωτισμού , στη Πορτογαλία. Οι σκοτεινές και παρωχημένες ιδέες και πρακτικές του Μεσαίωνα παραχώρησαν τη θέση τους στο φως του ορθού λόγου και της πίστης στη πρόοδο του ανθρώπου. Δόθηκε ώθηση στον ορθολογισμό και στον ανθρωπισμό αναδεικνύοντας τη λογική σαν μέτρο για την μελέτη κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο Τόμας Φόγκελ, ο οποίος έχει σπουδάσει φιλολογία, ιστορία τέχνης και θεολογία, τηρεί με το βιβλίο του «Το τελευταίο παραμύθι του Μιγκέλ Τόρρες ντα Σίλβα» μια κριτική στάση απέναντι στον Διαφωτισμό, υποστηρίζοντας σε συνέντευξή του ότι πρέπει να «διαλύσουμε τον ανταγωνισμό που μας κληροδότησε ο Διαφωτισμός, να φτιάξουμε ένα κόσμο που αξίζει να τον αφηγηθούμε, ένα κόσμο όπου η επιστήμη και η φαντασία, με τις δικές τους αλήθειες η κάθε μία , θα είναι σεβαστές και ισοδύναμες».
Ο Μανουέλ Τόρρες ντα Σίλβα φαίνεται να είναι το κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου, ενώ κυριαρχεί σε όλες τις σελίδες η παρουσία του παππού του Μιγκέλ, ο οποίος , όσο ζούσε ήταν μεγάλος παραμυθάς, ένας άνθρωπος από αυτούς «που συναντάς μόνο στις σκηνές των νομάδων ή στα καφενεία της Ανατολής» (σελ. 83).
«Με τα γράμματα και τις λέξεις φτιάχνουμε παραβολές, με τους αριθμούς στα μαθηματικά φτιάχνουμε εξισώσεις. Και στις δύο περιπτώσεις το ζήτημα είναι να βρούμε τη λύση», αποκαλύπτει ο παππούς στον εγγονό του . «Είναι δυνατόν να υπολογίσουμε το τέλος μιας άλυτης ιστορίας;», αναρωτιέται αργότερα ο Μανουέλ. Κι ο δάσκαλος του Ριμπέιρο του απαντά: «Στην τέχνη του υπολογισμού ψάχνεις τον κοινό παρονομαστή. Στη γραμματική ερευνάς την εσωτερική λογική».
Το τελευταίο παραμύθι του Μιγκέλ Τόρες ντα Σίλβα είναι ένα παραμύθι και ταυτόχρονα ένα πρόβλημα, κι ο Μανουέλ θέλει να βρει τη λύση του. Αλλά έχουν άραγε όλα τα προβλήματα λύση ή μήπως η λύση είναι αυτή που προτείνει ο καθηγητής Ριμπέιρο και το παραμύθι έχει ήδη ολοκληρωθεί πριν τον πνιγμό του παππού;
Ο Μανουέλ ξεκινά την αναζήτησή του στην Κοΐμπρα, όπου έρχεται να σπουδάσει μαθηματικά, όπως ήταν η επιθυμία του παππού του. Εκεί με τη βοήθεια και συμπαράσταση του καθηγητή Ριμπέιρο και της Μαρίας αρχίζει να ανακαλεί τις ιστορίες του παππού, τις οποίες ο παππούς αφηγούταν κρατώντας το ακροατήριό του μαγεμένο, ενώ ο Μανουέλ θέλει να τις καταγράψει, όπως να γράψει και άλλες δικές του ιστορίες.
Ο καθηγητής Ριμπέιρο είναι αφοσιωμένος στην επιστήμη του, αλλά συχνά υπερβαίνει τα όρια της. ΄Ετσι ενώ ο παππούς δίδαξε τον Μανουέλ ότι «υπάρχουν πολλοί δρόμοι για όποιον θέλει να ερευνήσει τον κόσμο και τα μυστικά του», ο καθηγητής του από το πρώτο κιόλας μάθημα ισχυρίζεται ότι «όποιος θέλει να κατανοήσει τον κόσμο, πρέπει να εμβαθύνει στη μελέτη των μαθηματικών». Αναφέρεται στους αρχαίους ΄Ελληνες και κυρίως στον Πυθαγόρα, ο οποίος έδωσε στους αριθμούς μεταφυσική διάσταση χρησιμοποιώντας τους για να προσδιορίσει τον κόσμο. Ο παππούς λέει ότι «καλό είναι να ακούει κανείς ιστορίες, καλύτερο όμως είναι ν΄ ακολουθεί τη δική του». Υπάρχουν δύο ταξίδια: το εσωτερικό ταξίδι και το ταξίδι έξω στον κόσμο. Ο ελκυστικός, σύντομος δρόμος συχνά καταλήγει σε αδιέξοδο, ενώ ο δύσβατος αποδεικνύεται πάντοτε ο καλύτερος». Κάτι ανάλογο διδάσκει και ο καθηγητής Ριμπέιρο στους μαθητές του λέγοντας «΄Ισως το δυσκολότερο ταξίδι που θα μπορούσε κανείς να κάνει, είναι το κοπιώδες ταξίδι σε δύσβατα μονοπάτια, το ταξίδι του υποχρεωτικού δισταγμού, των παρακάμψεων που απαιτούν πολύ χρόνο, υπομονή, επιμονή και ψυχραιμία». Τα μαθηματικά συγκρίνονται με την αγάπη (σελ. 37) και με το σκάκι (σελ. 38) . «Τα μαθηματικά είναι μια περιπέτεια, σαν το θαλασσινό ταξίδι, την ανακάλυψη νέων τόπων ή σαν την τέχνη». ΄Οσοι δεν ασχολούνται με τα μαθηματικά γίνονται αντικείμενο χλευασμού και η αλήθεια προκύπτει μόνο από τους αριθμούς. Κι όμως οι ιστορίες του παππού είναι αληθινές, γιατί σύμφωνα με τον καθηγητή Ριμπέιρο «η πραγματικότητα είναι υπαρκτή, η αλήθεια όμως είναι γνήσια δημιουργία . Ο αφηγητής εφευρίσκει το υλικό των ονείρων μας , μας μπολιάζει με τις ψεύτικες ιστορίες του ενάντια σε μια πραγματικότητα που ψεύδεται» (σελ. 42). Μπορούμε να πιστέψουμε ένα παραμύθι; Μπορούμε να παραχωρήσουμε πίστη σε κάτι που θα κάνει τον άλλον πλούσιο; ΄Ετσι επανερχόμαστε στη σχέση αφήγησης και αριθμών , και πιο ειδικά στη σχέση μαθηματικών και ποίησης. Τα μαθηματικά είναι το σύνολο των κανόνων που επιτρέπουν στην ποίηση να ξεδιπλωθεί (σελ. 47), αλλά και «όποιος έχει καρδιά και χρησιμοποιήσει το πνεύμα και τη λογική, θα δει ότι η καρδιά του δίνει έτοιμη τη λύση» (σελ. 102). Η τέχνη των αριθμών χρειάζεται για να κατανοείς και η γλώσσα για να ευτυχείς (σελ. 56). Οι συμπτώσεις και η τύχη εμφανίζονται επανειλημμένα (σελίδες 34, 57, 69 , 75, 91, 111, 144 και 152 ) . Σαν ποίημα ακούγονται οι επαναλήψεις στο βιβλίο, για τον Μανουέλ που σπουδάζει γεωμετρία και αριθμητική , πίνει κρασί και τρώει κατσικίσιο τυρί και ψωμί. Ο Μανουέλ θυμάται τις ιστορίες και τις ξεδιπλώνει μπροστά μας , για τον κήπο, το δικαστή, τους δερβίσηδες, το δηλητήριο του φιδιού, τη συμπόνια, το λιοντάρι και τον λαγό, για τον Μάρκο Αυρήλιο και αυτές ήταν τότε , που τις αφηγήθηκε ο παππούς , θεραπευτικές, και μπορεί να είναι ακόμη. ΄Ετσι φθάνουμε στη Χρυσή Τομή και στη σχέση ιστορίας, αφηγητή και ακροατή. Η ιστορία αποκτά αυτόνομη ύπαρξη μετά την αφήγηση (143).
΄Ένα βιβλίο ποιητικό, αφιερωμένο στην μαγεία της αφήγησης «Καμιά φορά φτάνει να ρίξεις μια ματιά στον νυχτερινό ουρανό. Και τότε σ΄ ένα από τα αστέρια θα αγκυροβολήσει η ψυχή σου» (σελ. 85).
Ακόμη «Η αράχνη εκεί πάνω υφαίνει τον ιστό της ακολουθώντας αυστηρούς μαθηματικούς κανόνες. ΄Ετσι πλέκουμε κι εμείς τα όνειρά μας, υφαίνουμε ιστορίες που υπακούνε σε παλιούς κανόνες, άγνωστους ακόμη σε μεγάλο βαθμό. Κι επειδή μας απομένει χρόνος, λύνουμε και σπαζοκεφαλιές πάνω από τον αργαλειό του Υψίστου» (σελ. 119) .
Κι ενώ ο Μανουέλ θυμάται τη φράση του παππού «Αν ανοίξεις την πόρτα στη ζωή σου, θα βρεις περισσότερη φαντασία απ΄ όση ονειρεύτηκες ποτέ» (σελ. 71), ποιος είναι ο δρόμος για να ανοίξει κάποιος την πόρτα στη ζωή του; Ο ένας δρόμος είναι να πιστέψεις ότι υπάρχει διέξοδος κι ο άλλος «Η απάντηση είναι μέσα σου. Και ο δρόμος μέχρι εκεί είναι συχνά μακρύς».
Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
είναι από τις καλύτερες "αναγνώσεις" του βιβλίου αυτού, που διαβάζω!
η συρραφή που έκανες δίνει μια εικόνα που δεν είχα συλλάβει πλήρως καθώς στη δική μου ανάγνωση η μαγεία πλανιόταν πάνω στους φίλους αριθμούς κι όσα μαθηματικά ο Ριμπέιρο, κυριολεκτικά αναφωνεί κατά διαστήματα σα να ξεπηδάνε από το πουθενά και το μόνο που το σώζει είναι η φράση που επαναλαμβάνει εκνευριστικά: όταν το ένα συναντάει το άλλο...
το διάβασα πριν τρία χρόνια και δε μου άρεσε, με είχε εκνευρίσει...
Μετά το κείμενό σου, το βλέπω με άλλο μάτι.
καλό βράδυ
Δημοσίευση σχολίου