Τρίτη 10 Αυγούστου 2010

Ο Πίνακας της Φλάνδρας

Το σκακιστή κρατάει φυλακισμένο
Μια άλλη σκακιέρα – απ΄ τον Ομάρ είναι ειπωμένο –
Γεμάτη νύχτες μαύρες και μέρες λευκές.
Ο Θεός κινεί τον παίκτη κι αυτός το πιόνι.
Μα ποιος Θεός πίσω απ΄ το Θεό το νήμα υφαίνει;
Καμωμένο από σκόνη, ώρες, όνειρα και ορμές;

Χ.Λ.Μπόρχες

Ο Αρτούρο Πέρεθ–Ρεβέρτε γεννήθηκε στην ισπανική πόλη Καρθαγένη το 1951. Τα μυθιστορήματά του γνωρίζουν παγκόσμια επιτυχία και αρκετά έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο. Είναι μέλος της Ισπανικής Ακαδημίας Γραμμάτων.

Στο βιβλίο του «ο Πίνακας της Φλάνδρας» πρωταγωνιστεί ένας πίνακας ζωγραφικής του 15ου αιώνα με τίτλο «Η σκακιστική παρτίδα» του Φλαμανδού Πίτερ βαν Χάυς. Η Χούλια, συντηρήτρια έργων τέχνης αναλαμβάνει τη συντήρηση του πίνακα και η ακτινολογική του εξέταση αποκαλύπτει μια κρυμμένη επιγραφή εποχής με γοτθικούς χαρακτήρες: «quis necavit equitem?», δηλαδή «Ποιος σκότωσε τον ιππότη;».

Στο έργο απεικονίζονται δύο ευγενείς της εποχής, ο Φερδινάνδος Αλτενχόφεν, δούκας του Οστεμβούργου και ο ιππότης Ροζέ ντε Αρράς να παίζουν σκάκι, ενώ στο βάθος η σύζυγος του δούκα Βεατρίκη της Βουργουνδίας διαβάζει ένα βιβλίο, μπροστά από ένα ανοικτό παράθυρο. Το έργο ολοκληρώνεται με ένα καθρέφτη στα αριστερά, στον οποίο αντικατοπτρίζονται οι γυρισμένες πλάτες των παιχτών και η σκακιέρα. Το μυστήριο της επιγραφής κεντρίζει τη Χούλια, και ύστερα από έρευνες ανακαλύπτει ότι ο Ροζέ ντε Αρράς ποτέ δεν πόζαρε γι’ αυτόν τον πίνακα διότι είχε δολοφονηθεί το 1469, δύο χρόνια πριν από τη δημιουργία του. Η Χούλια δεν σκέφτεται πια την αποκατάσταση του πίνακα αλλά την αποκάλυψη ενός μυστικού. «Κάποιος δολοφόνησε ή έβαλε να δολοφονήσουν τον Ροζέ ντε Αρράς τη μέρα των Θεοφανείων του 1469. Και η ταυτότητα του δολοφόνου είναι κρυμμένη στον πίνακα. Θα μπορούσαμε να ρίξουμε φως σ΄ ένα αίνιγμα που έμεινε κρυμμένο πέντε αιώνες… ΄Ισως είναι η αιτία για την οποία ένα μικρό μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας εξελίχθηκε με τον ένα κι όχι με τον άλλο τρόπο», εξιστορεί η Χούλια στον Θέσαρ, τον εκκεντρικό ομοφυλόφιλο αντικέρ, που αποτελεί γι΄ αυτήν ένα παράξενο συνδυασμό πατέρα, εξομολογητή, φίλου και πνευματικού καθοδηγητή, χωρίς ουσιαστικά να είναι τίποτε από όλα αυτά. Εκείνος πάλι τη συγκρατεί: «Τα πρόσωπα και η σκακιέρα απεικονίζονται δύο φορές μέσα στον πίνακα και η μια τους εκδοχή είναι, κατά κάποιον τρόπο, λιγότερο αληθινή από την άλλη. Αν αποδεχθούμε αυτό το γεγονός, μπαίνουμε στο δωμάτιο του πίνακα κι έτσι τα όρια που χωρίζουν την πραγματικότητα από τη ζωγραφιά παύουν να υπάρχουν… Οι πίνακες και οι καθρέφτες δημιουργούν κόσμους ιδιαίτερα συγκεχυμένους, που μπορούμε μεν να τους κατανοήσουμε αν τους κοιτάξουμε απέξω, αλλά δεν είναι καθόλου άνετοι έτσι και περάσουμε στο εσωτερικό τους».

Στο σημείο αυτό εμφανίζεται ο τρίτος παίχτης. «Λοιπόν, Ουότσον, είπε ο Χολμς. Δεν είναι τελικά παράξενο να διαπιστώνει κανείς ότι μερικές φορές, για να μάθεις το παρελθόν, χρειάζεται να μάθεις πρώτα το μέλλον;» (Ρ. Σμάλλυαν). Είναι ένας αγγελικός άνθρωπος, ο οποίος ισχυρίζεται πως δεν παίζει σκάκι, γιατί η φύση του εμπεριέχει από μόνη της το παιχνίδι: ο Μουνιόθ. Ξεκινάει παίζοντας την παρτίδα που βλέπει να παίζουν οι δύο άντρες στον πίνακα αναδρομικά, από το τέλος προς την αρχή. Το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντήσει ο Μουνιόθ είναι ποιο από τα μαύρα κομμάτια που βρίσκονται μέσα ή έξω από τη σκακιέρα έφαγε το μαύρο άλογο. Το ταξίδι του ξεκινά από την περιγραφή του πίνακα. «Εδώ έχουμε επίπεδα που το ένα εμπεριέχει το άλλο: ένα πίνακα που περιέχει ένα πάτωμα που μοιάζει με σκακιέρα, και που με τη σειρά του, περιέχει δυο πρόσωπα. Αυτά τα πρόσωπα παίζουν σε μια σκακιέρα που περιέχει κομμάτια… κι επιπλέον όλα αυτά αντικατοπτρίζονται σ΄ αυτόν εκεί το στρογγυλό καθρέφτη στ΄ αριστερά… Αν σας αρέσει να περιπλέκετε τα πράγματα, μπορείτε να προσθέσετε άλλο ένα επίπεδο: το δικό μας, από το σημείο που παρακολουθούμε τη σκηνή ή τις διαδοχικές σκηνές. Κι αν αποφασίσουμε να περιπλέξουμε ακόμη περισσότερο το θέμα, υπάρχει και το επίπεδο από το οποίο ο ζωγράφος φαντάσθηκε εμάς, τους θεατές του έργου του…». Είναι σαφές ότι ο Μουνιόθ βλέπει στον πίνακα πράγματα που οι άλλοι δεν βλέπουν.
Μέσα από την προσπάθειά του να αναπλάσει το παρελθόν, ο Μουνιόθ αναπτύσσει σταδιακά τη θεώρησή του για το παιχνίδι, το οποίο πρόκειται να κρίνει την τύχη του πίνακα:

Το σκάκι αναδεικνύεται σε ένα πεδίο μάχης σε μικρογραφία, όπου εκτυλίσσεται το μυστήριο της ίδιας της ζωής, της επιτυχίας και της αποτυχίας, των σκοτεινών και τρομερών δυνάμεων που κυβερνούν τη μοίρα των ανθρώπων… Πολλές φορές η μάχη που διεξάγεται πάνω σε μια σκακιέρα δεν είναι ανάμεσα σε δυο σκακιστικές σχολές, αλλά ανάμεσα σε δυο φιλοσοφίες. Ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς τρόπους αντίληψης του κόσμου. «Τα λευκά και τα μαύρα πιόνια έμοιαζαν να συμβολίζουν το μανιχαϊστικό διαχωρισμό ανάμεσα στο σκοτάδι και στο φως, στο καλό και στο κακό, μέσα στο ίδιο το μυαλό του ανθρώπου». (Γκ. Κασπάροφ). Αν και μερικοί βλέπουν το σκάκι ως μια μάχη που πρέπει να κερδίσουν, ο Μουνιόθ, το βλέπει σαν ένα χώρο φαντασίας και ειδικών συνδυασμών, όπου η νίκη και η ήττα είναι λέξεις χωρίς νόημα ή σαν μια μορφή θεραπείας. «Το σκάκι ως παιχνίδι είναι στην πραγματικότητα ένα υποκατάστατο του πολέμου. ΄Όμως είναι και κάτι ακόμα. Ο σκοπός είναι να κάνεις σαχ στο βασιλιά, να σκοτώσεις τον πατέρα. Πέρα από την τέχνη του πολέμου, το σκάκι έχει μεγαλύτερη σχέση με την τέχνη της δολοφονίας… Το όνειρο κάθε αγοριού που παίζει σκάκι είναι να νικήσει τον πατέρα του σε μια παρτίδα. Να σκοτώσει το βασιλιά… Επιπλέον, το σκάκι μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε σύντομα πως αυτός ο πατέρας, αυτός ο βασιλιάς, είναι το πιο ευάλωτο κομμάτι της σκακιέρας. Βρίσκεται υπό συνεχή απειλή, χρειάζεται προστασία, ροκέ. Κινείται αργά, ένα μόνο τετράγωνο τη φορά… Η βασίλισσα είναι η μητέρα, η γυναίκα. Σε κάθε επίθεση στο βασιλιά, αυτή προσφέρει την πιο αποτελεσματική άμυνα, έχει τα καλύτερα μέσα. Και δίπλα στους δύο, στο βασιλιά και στη ντάμα, είναι ο αξιωματικός, που στα αγγλικά λέγεται bishop, δηλαδή επίσκοπος: είναι αυτός που ευλογεί την ένωση και τους βοηθάει στη μάχη. Να μην ξεχνάμε όμως και το αραβικό faras, το άλογο που διασχίζει τις εχθρικές γραμμές και που στα αγγλικά λέγεται knight: ιππότης δηλαδή. Στην πραγματικότητα το πρόβλημα τέθηκε πολύ πριν ο Βαν Χάυς ζωγραφίσει τη Σκακιστική Παρτίδα. Οι άνθρωποι προσπαθούν να το διαλευκάνουν εδώ και χίλια τετρακόσια χρόνια. Είναι φορές που αναρωτιέμαι αν το σκάκι είναι κάτι που το εφηύρε ο άνθρωπος ή κάτι που απλά το ανακάλυψε. Κάτι που υπήρχε πάντα εδώ από καταβολής κόσμου. ΄Όπως οι πρώτοι αριθμοί».

Το ενδιαφέρον του αναγνώστη δοκιμάζεται από τους πλατιασμούς, τις περιττές επαναλήψεις και τις ψυχογραφικές περιγραφές των χαρακτήρων, στερεότυπες και πληκτικές, ενώ η αποκάλυψη του δολοφόνου και στα δύο επίπεδα, του πίνακα και της πραγματικότητας, είναι αναμενόμενη και η λύση αφήνει μια αίσθηση ανικανοποίητου, καθώς η ομολογία του δράστη ή των δραστών με την μελοδραματική της χροιά και την ανεπάρκεια στην πειστικότητα απογοητεύει τη φαντασία.

«Μέσα στην έξαψη του χρόνου που μεσολάβησε, είδα κάτι με αβάσταχτη κατάπληξη; Όλο τον τρόμο που κρύβουν τα αβυσσαλέα βάθη του σκακιού» (Β. Ναμπόκοφ)

ΑΥΤΟ-ΑΠΟΡΡΙΨΗ

Βρισκόμουν εκεί από την πρώτη στιγμή,
Στην αδρεναλίνη
Που κυκλοφορούσε στις φλέβες των γονιών σου
Όταν έκαναν έρωτα για να σε συλλάβουν,
Και μετά στο υγρό
Που η μητέρα σου έστελνε στη μικρή καρδιά σου
Όταν ακόμα ήσουν απλώς ένα παράσιτο.

΄Εφτασα σ΄ εσένα προτού μπορέσεις να μιλήσεις,
Προτού ακόμα μπορέσεις να καταλάβεις κάτι
Απ΄ αυτά που σου έλεγαν οι άλλοι.
Βρισκόμουν εκεί όταν, αδέξια,
Προσπαθούσες να κάνεις τα πρώτα σου βήματα
Εμπρός στο πειραχτικό και γελαστό βλέμμα όλων.
΄Όταν ήσουν απροστάτευτος και εκτεθειμένος,
Όταν ήσουν ευάλωτος κι είχες ανάγκη.

Μ΄ έφερε στη ζωή σου
Το χέρι της μαγικής σκέψης,
Με συνόδευαν …
Οι προλήψεις και τα ξόρκια,
Τα φετίχ και τα φυλαχτά…
Οι καλοί τρόποι, οι συνήθειες και η παράδοση …
Οι δάσκαλοί σου, τα αδέρφια σου και οι φίλοι σου …

Προτού μάθεις πως υπήρχα
Διαίρεσα στην ψυχή σου σ΄ έναν κόσμο φωτός κι έναν κόσμο σκότους.
΄Έναν κόσμο για το καλό κι έναν για τα υπόλοιπα.

Εγώ σου έφερα τα συναισθήματα της ντροπής,
Σου έδειξα όλα τα μειονεκτήματά σου,
Τις ασχήμιές σου,
Τις ανοησίες σου,
Τα δυσάρεστα όλα.
Εγώ σου κρέμασα την ταμπέλα «διαφορετικός»
Όταν σου είπα για πρώτη φορά στο αυτί
Ότι κάτι δεν πήγαινε εντελώς καλά σ΄ εσένα.

Υπάρχω πριν από τη συνείδηση,
Πριν από την ενοχή,
Πριν από την ηθική,
Πριν από τις αρχές του χρόνου,
Πριν ακόμα ο Αδάμ ντραπεί για το κορμί του
Όταν αντιλήφθηκε ότι ήταν γυμνός …
Και το κάλυψε!

Είμαι ο απρόσκλητος μουσαφίρης,
Ο ανεπιθύμητος επισκέπτης,
Και ωστόσο,
Είμαι πρώτος που ήλθα και τελευταίος που θα φύγω
΄Εγινα ισχυρός με τον καιρό
Ακούγοντας τις συμβουλές των γονιών σου
Για το πώς θα θριαμβεύσεις στη ζωή.

Παρατηρώντας τις αντιλήψεις της θρησκείας σου,
Που σου λέει τι να κάνεις και τι να μην κάνεις,
Για να σε δεχτεί ο Θεός στις αγκάλες του.
Υποφέροντας απάνθρωπα αστεία
Των συντρόφων σου στο σχολείο
Όταν γελούσαν με τις δυσκολίες σου.
Υπομένοντας τις ταπεινώσεις από τους ανωτέρους σου.
Παρατηρώντας την άχαρη μορφή σου στον καθρέφτη
Και συγκρίνοντάς την μετά με την εικόνα των «διασήμων»
Που βγαίνουν στην τηλεόραση.

Και τώρα, επιτέλους,
Έτσι όπως είμαι δυνατός,
Και για τον απλό λόγο
Ότι είμαι γυναίκα,
Ότι είμαι νέγρος,
Ότι είμαι Εβραίος,
Ότι είμαι ομοφυλόφιλος,
Ότι είμαι ανατολίτης,
Ότι είμαι ανάπηρος,
Ότι είμαι ψηλός, κοντός ή χοντρός…
Μπορώ να σε μεταμορφώσω
Σ΄ ένα σωρό σκουπίδια,
Σε παλιοσίδερα,
Σε αποδιοπομπαίο τράγο,
Στον παγκόσμιο υπεύθυνο,
Σ΄ έναν καταραμένο μπάσταρδο
Μιας χρήσης.

Γενεές και γενεές ανδρών και γυναικών
Με υποστηρίζουν.
Δεν μπορείς να ξεφύγεις από μένα.

Η θλίψη που προξενώ είναι τόσο ανυπόφορη που
Για να με αντέξεις,
Πρέπει να με μεταδώσεις στα παιδιά σου,
Ώστε να με περάσουν στα δικά τους παιδιά,
Στους αιώνες των αιώνων.

Για να βοηθήσω εσένα και τους απογόνους σου
Θα μεταμφιεστώ σε τελειομανία,
Σε υψηλά ιδανικά,
Σε αυτοκριτική,
Σε πατριωτισμό,
Σε ηθικές αξίες,
Σε καλές συνήθειες,
Σε αυτοέλεγχο.

Η θλίψη που σου προξενώ είναι τόσο έντονη
Που θα θελήσεις να με αρνηθείς
Και, γι΄ αυτό,
Θα προσπαθήσεις να με κρύψεις πίσω από τα πρόσωπά σου,
Πίσω από τα ναρκωτικά,
Πίσω από τη μάχη σου για το χρήμα,
Πίσω από τις νευρώσεις σου,
Πίσω από την απρόσωπη σεξουαλικότητά σου.
Δεν έχει σημασία τί κάνεις, όμως,
Δεν έχει σημασία πού πηγαίνεις.
Εγώ θα είμαι πάντα εκεί,
Πάντοτε παρών.
Γιατί ταξιδεύω μαζί σου
Μέρα και νύχτα,
Ακούραστα,
Δίχως όρια.

Εγώ είμαι η βασική αιτία της εξάρτησης,
Της κτητικότητας,
Της πίεσης,
Της ανηθικότητας,
Του φόβου,
Της βίας,
Του εγκλήματος,
Της τρέλας.

Εγώ σου δίδαξα το φόβο της απόρριψης
Κι εγώ περιόρισα την ύπαρξή σου σ΄ αυτό το φόβο.
Από μένα εξαρτάται το αν θα εξακολουθήσεις να είσαι
Αυτό το άτομο που το γυρεύουν, το λατρεύουν,
Το χειροκροτούν, ο ευγενικός και ο ευχάριστος
Που είσαι σήμερα για τους άλλους.
Από εμένα εξαρτάσαι,
Γιατί εγώ είμαι το μπαούλο όπου έχεις κρύψει
Εκείνα τα πιο δυσάρεστα πράγματα,
Τα πιο γελοία,
Τα λιγότερο επιθυμητά κι από σένα τον ίδιο.

Χάρη σ΄ εμένα
Έμαθες να συμβιβάζεσαι
Με αυτά που σου δίνει η ζωή,
Γιατί, τελικά,
Οτιδήποτε κι αν ζήσεις θα είναι πάντοτε παραπάνω
Απ΄ αυτό που νομίζεις ότι αξίζεις.

Το μάντεψες, έτσι δεν είναι;
Είμαι το συναίσθημα της απόρριψης που νιώθεις για τον ίδιό σου τον εαυτό.

΄Όλα άρχισαν εκείνη τη γκρίζα μέρα
Που αφέθηκες να πεις περήφανος:
«ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ!»
Και , ντροπιασμένος και φοβισμένος,
Κατέβασες το κεφάλι
Κι άλλαξες τα λόγια και τις πράξεις σου
Με ένα συλλογισμό:
«ΕΓΩ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΗΜΟΥΝ…»

Για κάποιο λόγο ένιωθα ότι η ζωή μου άρχιζε εκείνο το απόγευμα…

(ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ" ΤΟΥ ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΙ)

Να σου πω μια ιστορία, λέει ο Χόρχε Μπουκάι

Αυτές οι ιστορίες γράφτηκαν
Για να δείξουν ένα δρόμο.
Να βρεθεί το διαμάντι που κρύβεται μέσα τους,
Είναι δουλειά του καθενός από μας.


Ο Ντεμιάν είναι ένας ανήσυχος νεαρός φοιτητής που, έχοντας δυσκολίες στις σχέσεις του με τον κόσμο, προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό του. Οι αναζητήσεις του τον κατευθύνουν στον «Χοντρό», έναν πολύ ιδιόρρυθμο ψυχαναλυτή που τον βοηθά να αντιμετωπίσει τη ζωή και να βρει απαντήσεις στα ερωτήματά του με ένα τρόπο πολύ πρωτότυπο: σε κάθε συνάντηση του διηγείται από μία ιστορία, κλασική ή μοντέρνα, «ανατολίτικη» ή «δυτικότροπη», που πηγάζει από τη λαϊκή προφορική παράδοση ή απευθείας από τη φαντασία του «Χοντρού». «΄Ενας μύθος, ένα παραμύθι ή ένα ανέκδοτο», πιστεύει ο «Χοντρός», «μπορεί να αποτυπωθεί στη μνήμη εκατό φορές πιο ανεξίτηλα από χίλιες θεωρητικές εξηγήσεις, ψυχαναλυτικές ερμηνείες ή επιχειρήματα». Ορισμένες από τις διηγήσεις αυτές, όπως αναφέρει στον επίλογό του ο συγγραφέας, του χρησιμεύουν για να φωτίζει τα σκοτεινά σημεία του δρόμου του. Άλλες πάλι τον έφεραν κοντά σε άτομα τα οποία θαύμασε και θαυμάζει για την σοφία τους. Κι άλλες απλά του αρέσουν, τις απολαμβάνει και τις αγαπά όλο και περισσότερο. Οι ιστορίες αρχίζουν να λειτουργούν ως παραβολές, και ο Ντεμιάν κατασιγάζει τις αγωνίες και τις ανασφάλειές του, ωριμάζοντας μάλλον, παρά βρίσκοντας «έτοιμες λύσεις» και «συνταγές ευτυχίας»…

Θα σταθούμε σε κάποια από τα θέματα που θίγουν οι ιστορίες του Χόρχε

Η μετουσίωση της οργής σε δράση (τούβλο μπούμερανγκ),

Η πραγματική αξία του κάθε ανθρώπου ( η αληθινή αξία του δακτυλιδιού),

Η επιγραφή στο δακτυλίδι «κι αυτό θα περάσει»,

Η άρνηση στην ηττοπάθεια (τα βατραχάκια στο αφρόγαλα),

Η απαίτηση για λίγη ικανοποίηση μέσα από την υποχρέωση(ο θυρωρός του πορνείου),

Η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει τίποτε πολύτιμο που να μπορεί να αποκτηθεί με καταναγκασμό (δυο νούμερα μικρότερα),

΄Οτι όταν η συμπεριφορά σου είναι ποταπή, μικροπρεπής και χυδαία, έχεις την ευκαιρία να σκεφτείς τι σου συμβαίνει, κάπου έχεις πάρει λάθος δρόμο,

η κατοχή και η εξάρτηση από κάτι,

η μιζέρια στην κοινωνία μας, όταν δηλαδή νιώθουμε σπουδαίοι και δεν αφήνουμε χώρο για τους άλλους, όταν πιστεύουμε ότι αξίζουμε πολλά και δεν μπορούμε να δούμε πέρα από τη μύτη μας, όταν φανταζόμαστε ότι είμαστε υπέροχοι και δεν δεχόμαστε σε καμιά περίπτωση να μείνει απραγματοποίητη η επιθυμία μας, τότε πολύ συχνά η ματαιοδοξία, η μικροψυχία, η ηλιθιότητα και η ποταπότητα μας κάνουν μίζερους (διαγωνισμός τραγουδιού),

η ανακάλυψη ότι η ψυχοθεραπεία δεν ήταν παρά το εργαλείο για να σκάψεις στο σωστό σημείο και να βρεις τον κρυμμένο θησαυρό (ο θαμμένος θησαυρός),

η συνειδητοποίηση ότι η γνώση του ποιος είμαι και ότι είμαι μοναδικός, διαφορετικός και ξεχωριστός από τον κόσμο έξω από τα όρια του σαρκίου μου, δεν σημαίνει ότι πρέπει να ζω απομονωμένος ούτε απελπισμένος ούτε καν να είμαι αυτάρκης (μόνοι και με συντροφιά),

πόση σημασία έχει να μην αφήνεις πράγματα μισοτελειωμένα και πόσο επικίνδυνο είναι να απασχολείς το μυαλό σου με άλυτα ζητήματα (το πέρασμα του ποταμού),

η αποκάλυψη ότι ένας θεωρητικά υψηλός σκοπός μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για την απογείωση, όπως επίσης μπορεί να χρησιμεύσει και ως δικαιολογία για όσους σέρνονται (αναζητώντας το Βούδα),

το μόνο λάθος που κάνω, σχεδόν πάντα είναι να πιστεύω ότι η θέση που βρίσκομαι είναι η καλύτερη για να διακρίνω την αλήθεια, διότι ο κουφός, πάντα νομίζει ότι όσοι χορεύουν είναι κουφοί (η κότα και τα παπάκια),

Μπορείς να διαλέξεις ό,τι θέλεις, όμως δε γίνεσαι ανεξάρτητος σε ό,τι σε βολεύει και σε διευκολύνει και να μην είσαι όταν σου κοστίζει. Οι απόψεις σου, η ελευθερία σου, η ανεξαρτησία σου, το αίσθημα ευθύνης πάνε μαζί στην πορεία της ανάπτυξης σου. Εσύ αποφασίζεις αν θα ενηλικιωθείς ή θα παραμείνεις παιδί (η γκαστρωμένη χύτρα),

Η πραγματικότητα είναι ίδια. Ωστόσο ο άνθρωπος μπορεί να ερμηνεύσει μια κατάσταση με τον ένα τρόπο ή με τον ακριβώς αντίθετο. Πρόσεχε τι αντιλαμβάνεσαι! Αν ό,τι βλέπεις ταιριάζει «γάντι» με την πραγματικότητα που περισσότερο σε βολεύει … τότε μην πιστεύεις στα μάτια σου (το βλέμμα του έρωτα),

ο πλάτανος και τα βλαστάρια του,

η παραδοχή ότι το ενενήντα εννιά είναι το εκατό τοις εκατό του θησαυρού δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείπεις τους στόχους σου, δε σημαίνει ότι πρέπει να συμβιβάζεσαι με οτιδήποτε (ο κύκλος του ενενήντα εννιά),

η διαφορά ανάμεσα στον συμβιβασμό και την αποδοχή (πάλι τα χρήματα),

ο δρόμος του Διογένη, ο δρόμος του αυτοσεβασμού που λέει να υπερασπιζόμαστε την αξιοπρέπειά μας πάνω από τις ανάγκες μας για επιβεβαίωση,

το πιο σημαντικό είναι να ξέρω τι πράγματα κρύβω μέσα μου και γιατί τα κρύβω (οι δέκα εντολές),

η διαφορά ανάμεσα στο να μη λες την αλήθεια και να λες ψέματα , που σημαίνει ότι κάποιος μπορεί να ψεύδεται όταν λέει την αλήθεια και η πιθανότητα να είναι κάποιος ειλικρινής λέγοντας ψεύδη(ο ανιχνευτής της αλήθειας),

η ειλικρίνεια και η ευθύτητα,
το ψέμα και η αποκάλυψή του, μερικές φορές η ζωή αποδίδει δικαιοσύνη και η απάτη στρέφεται εναντίον αυτού του ίδιου του απατεώνα (ο δίκαιος δικαστής),

το μαγαζί της αλήθειας, όπου μπορεί κανείς να αγοράσει την απόλυτη αλήθεια με αντίτιμο ότι ποτέ πια δεν θα έχει την ησυχία του,

η επίγνωση ότι θα καταφέρουμε στη ζωή μας, έστω κι αν τη φανταστούμε πολύχρονη, να απολαύσουμε την πλήρη ολοκλήρωση. Να απολαύσουμε την απόλυτη έλλειψη κάθε προσδοκίας, να απολαύσουμε την διανοητική πράξη της απόλυτης αποδοχής των γεγονότων (ο καλλιεργητής χουρμάδων).

Οι σχέσεις μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου εξελίσσονται σταδιακά μέσα από καβγάδες, διαφωνίες, συμπάθεια, αντιπάθεια, θυμό και αποδοχή, καθώς το μοναδικό όριο είναι να υπάρχει άνεση και στους δυο, να είναι επωφελής η διαδικασία σύμφωνα με το θεραπευτικό μοντέλο του θεραπευτή και φυσικά η ίδια η εξέλιξη του θεραπευόμενου. Οι δύο ήρωες αφήνονται ελεύθερα να εκφραστούν, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο δύο μοναδικές λογοτεχνικές μορφές με σάρκα και οστά, προσφιλείς και οικείες στον αναγνώστη. Με λίγη προσπάθεια ίσως καταφέρει ο καθένας μας να εντοπίσει τον εαυτό του μέσα στο νεαρό Ντέμιαν και να χρησιμοποιήσει τις διηγήσεις αυτές για να μάθει να ζει. Ο διάλογος και η ανταλλαγή εμπειριών και απόψεων, διανθισμένος με εξαιρετικές αφηγήσεις ιστοριών, τοποθετούν το «Να σου πω μια ιστορία» στην κατηγορία των λογοτεχνικών βιβλίων, άσχετα αν, παγκοσμίως, τοποθετείται κάτω από την ετικέτα «Βιβλία αυτογνωσίας και αυτοβοήθειας».

Αυτές οι ιστορίες που μόλις διάβασες
Είναι μόνο ορισμένες πέτρες.
Πράσινες πέτρες,
Κίτρινες πέτρες,
Κόκκινες πέτρες.
Αυτές οι ιστορίες γράφηκαν μόνο
Για να σημαδέψουν ένα σημείο ή ένα δρόμο.
Η δουλειά της ανασκαφής
Μέσα σε κάθε ιστορία,
Για να βρεθεί το διαμάντι που κρύβεται …
…είναι υπόθεση του καθενός.

Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Η ΘΛΙΨΗ ΚΑΙ Η ΟΡΓΗ

Για την ΄Αννα Μαρία Μπόβο


Σ΄ ένα μαγεμένο βασίλειο όπου οι άνθρωποι δεν μπορούν ποτέ να φτάσουν, ή ίσως όπου οι άνθρωποι μεταφέρονται αδιάκοπα χωρίς να το καταλαβαίνουν …
Σ΄ ένα βασίλειο μαγεμένο όπου τα αφηρημένα πράγματα γίνονται χειροπιαστά …
΄Ηταν μια φορά κι έναν καιρό …
Μια πανέμορφη λίμνη
΄Ηταν μια λίμνη με νερά κρυστάλλινα και καθαρά όπου κολυμπούσαν ψάρια όλων των χρωμάτων, κι όπου όλες οι αποχρώσεις του πράσινου λαμπύριζαν διαρκώς…
Ως εκείνη τη μαγική και διάφανη λίμνη έφτασαν η θλίψη και η οργή για να κάνουν μπάνιο παρέα.
Κι οι δυο έβγαλαν τα ρούχα τους και, γυμνές, μπήκαν στη λίμνη.
Η οργή, που βιαζόταν (όπως συμβαίνει πάντα στην οργή χωρίς να ξέρει γιατί), έκανε μπάνιο στα γρήγορα, κι ακόμα πιο γρήγορα βγήκε από το νερό …
Αλλά η οργή είναι τυφλή – ή, τέλος πάντων, δεν βλέπει ξεκάθαρα την πραγματικότητα. ΄Ετσι, γυμνή και καθαρή, φόρεσε βγαίνοντας από το νερό, το πρώτο ρούχο που βρήκε…
Και συνέβη εκείνο το ρούχο να μην είναι το δικό της αλλά της θλίψης…
Κι έτσι, ντυμένη θλίψη, η οργή έφυγε.
Πολύ ήρεμη, πολύ γαλήνια, διατεθειμένη όπως πάντα να παραμείνει σε όποιο μέρος βρίσκεται, η θλίψη τελείωσε το μπάνιο της και – χωρίς καμιά βιασύνη – ή, καλύτερα, χωρίς συναίσθηση του χρόνου που περνάει, τεμπέλικα και αργά, βγήκε από τη λίμνη.
Στην αρχή συνειδητοποίησε ότι τα ρούχα της δεν ήταν πια εκεί.
΄Όπως όλοι ξέρουμε, αν υπάρχει κάτι που δεν αρέσει καθόλου στη θλίψη, είναι να μένει γυμνή. ΄Ετσι φόρεσε το μοναδικό ρούχο που υπήρχε δίπλα στη λίμνη: το φόρεμα της οργής.
Λένε ότι από τότε, πολλές φορές συναντάμε την οργή τυφλή, σκληρή, τρομερή, θυμωμένη. Αλλά αν σταματήσουμε για λίγο και κοιτάξουμε καλύτερη, καταλαβαίνουμε ότι αυτή η οργή που βλέπουμε είναι μόνο μια μεταμφίεση, κι ότι πίσω από την όψη της οργής, στην πραγματικότητα, κρύβεται η θλίψη.


Από το βιβλίο «Ιστορίες να Σκεφτείς» του Χόρχε Μπουκάι

ΘΕΛΩ

Θέλω να με ακούς χωρίς να με κρίνεις

Θέλω τη γνώμη σου χωρίς συμβουλές

Θέλω να με εμπιστεύεσαι χωρίς απαιτήσεις

Θέλω τη βοήθειά σου, κι όχι να αποφασίζεις για μένα

Θέλω να με προσέχεις χωρίς να ακυρώνεις

Θέλω να με κοιτάς χωρίς να προβάλλεις τον εαυτό σου σε μένα

Θέλω να με αγκαλιάζεις χωρίς να με κάνεις να ασφυκτιώ

Θέλω να μου δίνεις ζωντάνια χωρίς να με σπρώχνεις

Θέλω να με υποστηρίζεις χωρίς να με φορτώνεσαι

Θέλω να με προστατεύεις χωρίς ψέματα

Θέλω να με πλησιάζεις χωρίς να εισβάλλεις

Θέλω να ξέρεις τις πλευρές μου που πιο πολύ σε ενοχλούν

Να τις αποδέχεσαι και να μην προσπαθείς να τις αλλάξεις

Θέλω να ξέρεις … πως σήμερα μπορείς να βασίζεσαι πάνω μου…

Χωρίς όρους.

Από το βιβλίο «Ιστορίες να Σκεφτείς» του Χόρχε Μπουκάι

Ιστορίες να σκεφτείς

ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΦΟΡΑ…

(ή, για τα εύθραυστα όρια μεταξύ παραμυθιού και πραγματικότητας)
΄Ηταν μια φορά … «μια φορά»
Που από το πολύ που τη διηγήθηκαν
Ακούστηκε τόσες φορές …
Που έγινε πραγματικότητα.

«Πάντα υποστήριζα ότι τα βιβλία μου αποτελούν, απλώς υλικό για το νου, ότι βοηθούν τον αναγνώστη να στοχαστεί για τον κόσμο και τον εαυτό του, να σκεφτεί τι δρόμο έχει χαράξει στη ζωή του με όσα έκανε και όσα δεν μπόρεσε να κάνει, να αναλογιστεί όλα όσα συνέβησαν και, πάνω απ΄ όλα, πού οδηγείται ο ίδιος και πού θα ήθελε να οδηγηθεί.
Το μόνο πράγμα που θέλω απ΄ τα βιβλία μου, είναι να χρησιμεύσουν στους άλλους όπως χρησίμευσαν σε μένα άλλα βιβλία, να μπορέσουν να γίνουν δρόμος για κάποιους, επιβεβαίωση για κάποιους άλλους, αφορμή για όσους θέλουν να βρουν μια σύντομη διέξοδο, να ξεφορτωθούν ένα βάρος, να δουν με νέα μάτια κάποιο παλιό τους πρόβλημα.
Το εργαλείο που χρησιμοποιεί αυτό εδώ το βιβλίο, είναι η μαγική τέχνη της αφήγησης μιας ιστορίας που σου ανοίγει πόρτες αγνοημένες, δυνατότητες που δεν είχες φανταστεί, δρόμους που δεν βάδισες ακόμα».

Οι είκοσι εφτά ιστορίες του Χόρχε Μπουκάι που περιλαμβάνονται στο βιβλίο του «Ιστορίες να σκεφτείς» πετυχαίνουν τους παραπάνω στόχους του.

Στην Εισαγωγή του ο συγγραφέας αναρωτιέται αν θα υπάρξουν ποτέ αλήθειες σταθερές σαν βράχοι και αναλλοίωτες όπως η μορφολογία του εδάφους ή αν η αλήθεια θα είναι μια έννοια πρόσκαιρη και εύθραυστη σαν τα λουλούδια; Αλλά επειδή τα βουνά, τα ποτάμια και τα αστέρια απειλούνται κι αυτά από γρήγορη εξαφάνιση, ο συγγραφέας αποφασίζει να γράψει για κάποιες ιδέες – βουνά, ιδέες – ποτάμια, ιδέες – αστέρια, που έχει συναντήσει στο διάβα του.
Πρώτη αλήθεια: Αυτό που είναι, είναι.
Κι αυτό σημαίνει ότι:
Η πραγματικότητα δεν είναι όπως θα με συνέφερε εμένα να είναι.
Δεν είναι όπως θα έπρεπε να είναι
Δεν είναι όπως μου είπαν ότι θα είναι
Δεν είναι όπως ήταν
Δεν είναι όπως θα είναι αύριο
Η πραγματικότητα γύρω μου είναι όπως είναι.
Μπορώ επομένως να ξεκινήσω την πορεία μου μόνο από το σημείο αναχώρησής μου, δηλαδή αποδέχομαι ότι τα πράγματα είναι όπως είναι. Το συμπέρασμα που βγαίνει από αυτή την ιδέα είναι ότι εγώ είμαι αυτός που είμαι κι ότι εσύ … είσαι όπως είσαι. Το να το δεχτώ αυτό σημαίνει ότι σε σέβομαι και δεν σου ζητώ να αλλάξεις. Ο αληθινός έρωτας μπορεί να ορισθεί ως η ανιδιοτελής προσπάθεια να δημιουργήσεις χώρο στον άλλον, ώστε να μπορεί να είναι όπως είναι.

Δεύτερη αλήθεια: τίποτα καλό δεν είναι δωρεάν.
Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: αν επιθυμώ κάτι που είναι καλό για μένα, θα όφειλα να ξέρω ότι θα πληρώσω κάποιο αντίτιμο γι΄ αυτό. Το αντίτιμο είναι κάποιες φορές υψηλό, κάποιες φορές χαμηλό, αλλά πάντα υπάρχει. Αν οι γύρω μου μού προσφέρουν κάτι, αν μου συμβαίνει κάτι καλό, αν ζω καταστάσεις ευχάριστες και απολαυστικές, είναι επειδή τις έχω πληρώσει. Τις έχω πληρώσει, τις αξίζω. Υιοθετώντας αυτή την αλήθεια εγκαταλείπουμε την ιδέα ότι η ζωή πρέπει να μου εξασφαλίσει αυτό που επιθυμώ απλά και μόνο επειδή το επιθυμώ, από καθαρή τύχη, δια μαγείας.

Τρίτη αλήθεια: Ποτέ να μην κάνω αυτό που δεν θέλω.
Είναι αλήθεια ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει πάντα αυτό που θέλει, αλλά ο καθένας μπορεί να μην κάνει ποτέ αυτό που δεν θέλει. Το μόνο που απαιτείται είναι να καταφέρω να απαλλαγώ από την ανάγκη μου να βλέπω κάποιους άλλους να με επικροτούν, να με χειροκροτούν, να με αγαπούν. (Το κόστος είναι ότι, όταν κάποιος τολμάει να πει «όχι» αρχίζει να ανακαλύπτει άγνωστες πλευρές των φίλων του: το σβέρκο, την πλάτη.
Οι αλήθειες αυτές, υποστηρίζει ο Χόρχε Μπουκάι, είναι έννοιες που δεν σχετίζονται μόνο με συγκεκριμένες στιγμές, αλλά με όλες και με καθεμιά από αυτές, και που το άθροισμά τους συνηθίζουμε να ονομάζουμε «ζωή μας».

Στην ιστορία «ο Ερευνητής» ανακαλύπτουμε ότι ο χρόνος της απόλαυσης είναι ο μοναδικός και πραγματικός χρόνος που έχουμε ζήσει.

Ο «Τρομερός Εχθρός» μας αποκαλύπτει ότι πορευόμαστε στη ζωή απορρίπτοντας με βδελυγμία χαρακτηριστικά άλλων ή ακόμη και δικά μας, που θεωρούμε ευτελή, απειλητικά ή άχρηστα… ΄Όμως, αν καθόμασταν λίγο να το σκεφτούμε, θα καταλαβαίναμε πόσο δύσκολο θα μας ήταν να ζήσουμε χωρίς αυτά που πολλές φορές περιφρονούμε. Κι ότι κοντά σε αυτόν που ξέρει, μαθαίνει κι εκείνος που δεν ξέρει.

Η «Συνειδητοποίηση» είναι μια ιστορία εμπνευσμένη από ένα ποίημα ενός μοναχού από το Θιβέτ και τονίζει κάποια παραπανίσια χαρακτηριστικά που έχουμε εμείς οι άνθρωποι: «… Τη δέκατη μέρα, σήμερα μόλις, συνειδητοποιώ ότι είναι πιο βολικό να περπατάω … στο απέναντι πεζοδρόμιο».

Στην ιστορία «η Αρκούδα» , η σοφία της Ανατολής που συμπυκνώνεται στη Σαμαρκάνδη του Αμίν Μααλούφ στη φράση «είναι πάντα καλύτερα να καθυστερούμε την επερχόμενη συμφορά», οδηγεί τον πρωταγωνιστή της ράφτη στη σκέψη πως «σε δύο χρόνια μπορεί να πεθάνει ο τσάρος …μπορεί να πεθάνω εγώ… αλλά το πιο σημαντικό … μπορεί να μιλάει η αρκούδα».

Τα «Εμπόδια» δεν είναι ένα πραγματικό παραμύθι, αλλά, μάλλον, ένας καθοδηγούμενος στοχασμός σχεδιασμένος σε μορφή ονείρου, που στόχο έχει να εξερευνήσει τις πραγματικές αιτίες των αποτυχιών μας. «Γιατί τόσα εμπόδια ανάμεσα σε μένα και το στόχο μου;» «Τα εμπόδια δεν υπήρχαν μέχρι να έρθεις… Τα εμπόδια τα έφερες εσύ».

Η ιστορία «η Πόλη των Πηγαδιών» συμβολίζει για τον συγγραφέα την αλυσίδα που ενώνει τους ανθρώπους μέσα από τη σοφία των παραμυθιών. Τα πηγάδια, όπως και οι άνθρωποι, ανακαλύπτουν τη βαθιά επικοινωνία που πετυχαίνουν μόνο εκείνοι που έχουν το θάρρος να αδειάσουν από κάθε περιεχόμενο και να ψάξουν στο βάθος της ύπαρξής τους για να βρουν τι έχουν να δώσουν.

ΑΛΗΘΕΙΕΣ – ΒΟΥΝΑ, για να μπορούμε να χτίζουμε τα σπίτια μας σε στέρεη βάση.
ΑΛΗΘΕΙΕΣ-ΠΟΤΑΜΙΑ, για να μπορούμε να ξεδιψάμε και να ταξιδεύουμε πάνω τους ψάχνοντας νέους ορίζοντες.
ΑΛΗΘΕΙΕΣ – ΑΣΤΕΡΙΑ, για να μας χρησιμεύουν ως οδηγοί, ακόμα και σ τις πιο σκοτεινές μας νύχτες.

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

Κάμελοτ


"Η επιστροφή του Μέρλιν" του Ντίπακ Τσόπρα επιδιώκει να γίνει αντιληπτή σε πολλά επίπεδα. Είναι φανταστική αλλά συγχρόνως υπενθυμίζει ότι είμαστε αρχαίες ψυχές από αρχαίους τόπους και αρχαίους χρόνους. Υπενθυμίζει τη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Υπενθυμίζει ότι η ζωή είναι ένας απέραντος ορίζοντας και πως εμείς είμαστε μαγικές υπάρξεις. Υπενθυμίζει ότι στη ζωή μας υπάρχουν στιγμές που φτάνουμε σε ζηλευτά επίπεδα, εκεί που οι καθημερινές πράξεις μας αποκτούν μυθική σημασία. ΄Όταν η ανθρωπότητα δεν μπορεί να πραγματοποιήσει αυτή την ανάταση, την καταγράφει σε θρύλους και την ονομάζει Κάμελοτ.

(o χάρτης απεικονίζει τοποθεσίες που σχετίζονται με τη ζωή και τη δράση
του βασιλιά Αρθούρου
και την βρήκαμε στην ιστοσελίδα www.blogthea.gr)

Αλχημεία

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου "Η Επιστροφή του Μέρλιν" του Ντίπακ Τσόπρα
γεννιέται μέσα από τα ερείπια της μαγείας η Αλχημεία:

Στο «΄Ωρα για όνειρα» βλέπετε πώς ο μάγος ξεφεύγει από τα όρια του χρόνου και μας διδάσκει τα ακόλουθα μαθήματα:
1. ΄Ενας μάγος δεν περιορίζεται από χρονικά πλαίσια. Ζει ταυτόχρονα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
2. Υπάρχουν αμέτρητες εκδοχές για ένα γεγονός, οι οποίες εξαρτώνται από τον παρατηρητή. ΄Όπως μια πασχαλίτσα, που κινείται πάνω σ΄ ένα πολύ στενό μονοπάτι, αλλά αυτή είναι και η αντίληψη που έχει για ολόκληρο το λουλούδι. Με τον ίδιο τρόπο ζουν και οι άνθρωποι. Σ΄ ένα στενό μονοπάτι που αρχίζει από το παρελθόν, διασχίζει το παρόν και τελειώνει στο μέλλον. ΄Όταν φθάσουν στην άκρη του μικρού άνθους, πεθαίνουν. Οι μάγοι όμως βλέπουν ολόκληρο το λουλούδι. ΄Εχει πολλά πέταλα και μπορούμε να διαλέξουμε πάνω σε ποιο θέλουμε να κινηθούμε.
3. Υπάρχουμε ταυτόχρονα σε όλες τις εποχές. Οι ίσιες και στενές γραμμές του χρόνου είναι νήματα ενός ιστού που εκτείνονται μέχρι το άπειρο. Αν οποιαδήποτε απλή εκδοχή του χρόνου είναι θέμα επιλογής, τότε δεν υπάρχει μόνο ένα παρόν. Το Κάμελοτ έχει ξανακαταστραφεί. Το Κάμελοτ μπορεί να καταστραφεί όσο συχνά μπορεί να θέλει ή να μη θέλει κάποιος.
4. ΄Ένα γεγονός αντικατοπτρίζει κάποιο άλλο γεγονός. ΄Όταν πάλλεται ένα ηλεκτρόνιο, σείεται το σύμπαν… ΄Ένα και μόνο γεγονός μπορεί να καθορίσει τη ζωή μας ή να αλλάξει την πορεία της ιστορίας.
5. Η ζωή είναι μαγική, μυστηριώδης και θαυμαστή. Αν χαθεί η μαγεία, θα χαθεί και η ζωή, θα γίνει ανιαρή και αδιάφορη. ΄Όταν νιώθετε τη μαγεία της ζωής, νιώθετε το άγγιγμα του μάγου. Η χειρότερη κατάρα για τον άνθρωπο είναι η αποτελμάτωση και η κοινότυπη ύπαρξη, η απελπισία που προέρχεται από την ανάγκη για υποταγή. Είναι φυσικό να τα χάνουμε όταν βλέπουμε την πραγματικότητα για πρώτη φορά – λέξεις που πάνε κι έρχονται σαν τη σκόνη σε μια ακτίνα φωτός. Τι άλλο είναι η γνώση των μάγων εκτός από αυτό;
Το «Ερευνητές» δείχνει τα κλειδιά που πρέπει να αναζητήσουμε σε κάθε στάδιο του ταξιδιού της ζωής μας. Σε όλα τα καθημερινά γεγονότα υπάρχει ένα κρυφό μήνυμα. Καθένας δημιουργεί τον κόσμο που αντιλαμβάνεται και όλοι αντιλαμβανόμαστε σύμφωνα με τις εντυπώσεις του παρελθόντος. Είναι ο τρόπος που δημιουργούμε πράγματα, γεγονότα και άλλους ανθρώπους. Δεν είμαστε υπεύθυνοι για τη δημιουργία της ψυχής των άλλων, αλλά για τη σχέση τους μαζί μας. Τα γεγονότα εξελίσσονται βάσει σχεδίων και ακολουθούν κάποια σειρά, αλλά δεν μπορούμε να τα δούμε. Οι ενδείξεις, όμως, υπάρχουν παντού τριγύρω μας. Μερικές φορές περνάνε αθόρυβα δίπλα μας σαν φοβισμένα ζώα μέσα στους θάμνους. ΄Αλλοτε πέφτουν πάνω μας σαν αρπακτικά από τον ουρανό. ΄Αλλοτε πάλι διαπερνούν την πανοπλία μας σαν αιχμηρά όπλα. Εμείς απλώς τα παρατηρούμε. Ο διαχωρισμός ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον είναι μια ψευδαίσθηση.
Το «Καβαλάρης στο λόφο» αναφέρεται στην αιώνια σύγκρουση μεταξύ του πνεύματος και του εγώ. Το πνεύμα είναι ελεύθερο, ανάλαφρο και χαρούμενο. Το εγώ είναι σοβαρό, υπεροπτικό και εριστικό. Στο πρώτο υπάρχουν αγάπη, ειρήνη και αρμονία, στο δεύτερο φόβος και έχθρα. Η ζωή ενός μάγου διαφέρει από τη ζωή ενός θνητού σε ένα συγκεκριμένο σημείο: κινείται προς τα πίσω μέσα στο χρόνο. Είναι ικανός να προβλέψει το μέλλον επειδή το έχει ήδη ζήσει και δεν κυριαρχείται από τις αναμνήσεις του παρελθόντος επειδή δεν έχει φτάσει ακόμη εκεί.
Το «Κλίβανος» εξετάζει τις αρχέτυπες ενέργειες που διατηρούν τη φωτιά της ζωής στο βάθος της ψυχής μας. Από την εποχή των αρχαίων μυστηρίων μέχρι σήμερα ο μύθος δεν έπαψε να υπάρχει και να έχει δύναμη, οι άνθρωποι έπαψαν ίσως να τον χρησιμοποιούν συνειδητά. Για την σύγχρονη ψυχολογία ο μύθος ασκεί μια ακατανίκητη έλξη στο υποσυνείδητο του σύγχρονου ανθρώπου.
Σύμφωνα με τον Γιούγκ τα "Αρχέτυπα" παίζουν σπουδαίο ρόλο στην ζωή μας τη υλική αλλά και την διανοητική. Είναι οι πηγές της ψυχικής μας ενέργειας και αυτή η πηγή ενέργειας βρίσκεται στο υποσυνείδητο μέσα στα αρχέτυπα που περιέχονται στο ομαδικό ασυνείδητο της ανθρωπότητας. Ένας μύθος μπορεί να απελευθερώσει την ψυχική αυτή ενέργεια που περικλείεται στα αρχέτυπα.
Το «Καταυλισμός των τσιγγάνων» ερευνά την αυλή των θαυμάτων, τις σάγκες, τους προφήτες, τις διάνοιες και τους απόβλητους που έχουν ξεφύγει από την ψύχωση της συλλογικής μνήμης και ίσως αποτελούν τη μόνη διέξοδό μας προς την ελευθερία.
Το «Σκοτεινή γη» είναι η μητέρα μας, ο όμορφος πλανήτης που αποτελεί τόσο τη μήτρα όσο και το σώμα μας. ΄Όταν φοβόμαστε, η γη τρέμει και οι δράκοι μένουν ελεύθεροι. «Αν η ζωή είναι τόσο ανυπόφορη, γιατί δεν αλλάζουμε;» «Συνήθεια. Ο Μόρτρεντ βασίζεται στις αποχαυνωτικές συνέπειες της συνήθειας». Η γη όμως είναι μεγαλύτερη από το σύνολο της δυστυχίας της. Παρά τη συνήθεια και την αποχαύνωση, κάποιος μπορεί να βρει την αρχή του δρόμου και, αν έχει το θάρρος, ολόκληρο το φορτίο του φόβου – το νεκρό βάρος του παρελθόντος – θα εξαφανιστεί. Ακολουθώντας ένα δρόμο όπου κάθε βήμα μας φέρνει πιο κοντά στο άγνωστο. Ο δρόμος αυτός λέγεται αγάπη. Ο ελεύθερος δρόμος, η σκόνη πάνω του, τα βήματα που δεν αφήνουν σημάδια. Η αγάπη δεν μπορεί να φυλακιστεί. Πίσω από την πύλη της ελευθερίας, πέρα από τους δαίμονες του φόβου, δεν υπάρχει τίποτε άλλο από την αγάπη. Η μοναξιά είναι αδύνατη στο όνομα της αγάπης. Δεν έχουν σημασία οι γνώσεις που αποκτάς, αλλά αυτό που θα γίνεις. Ο αλχημιστής συνδυάζει τέσσερα στοιχεία μέσα στη χύτρα του, και από αυτά δημιουργεί ένα πολύτιμο υλικό – χρυσάφι. Τα τέσσερα στοιχεία είναι χώμα, αέρας, φωτιά και νερό. Το καθένα είναι ένα μυστήριο και όχι ένα συνηθισμένο πράγμα. Ο αλχημιστής ξέρει ότι το χώμα, ο αέρας, η φωτιά και το νερό αποτελούν συστατικά της γης. Οι βράχοι είναι χώμα, ο άνεμος είναι αέρας, ο ήλιος είναι φωτιά, η θάλασσα είναι νερό. ΄Όταν συνδυαστούν, έχουν σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση της ζωής, αλλά εδώ υπάρχει το μυστήριο. Το χώμα, ο αέρας, η φωτιά και το νερό δεν είναι ζωντανά. Πώς, λοιπόν, από αυτά προέρχεται η ζωή; ΄Όταν ο αλχημιστής λέει «χρυσάφι», εννοεί «ζωή» - αυτό είναι το μυστικό τέλος των ερευνών του.
Το «Παιχνίδι του γάμου» αντιμετωπίζει τον καθρέφτη των σχέσεων, όπου ανακαλύπτουμε ότι εκείνοι που αγαπάμε και εκείνοι που μισούμε δεν είναι παρά αντανακλάσεις του εαυτού μας.
Στο «Ηρωισμοί» ο ΄Αρθουρ και ο Τζέρι ΄Ετζερτον επιστρέφουν κατά παράξενο τρόπο για να παίξουν πάλι τους ρόλους που τους είχε ορίσει η μοίρα. Το αγόρι στο χαντάκι είναι αναγκασμένο να πάρει την ψυχή του πατέρα του, όπως ο Μπέντεβιρ είχε πάρει την ψυχή κάποιου που του είχε φερθεί σαν πατέρας. Ο ΄Αρθουρ δεν ξέρει αν αυτοί οι δύο ήταν το ίδιο πρόσωπο. Δεν ξέρει πόση αλήθεια υπήρχε στην ιστορία του σερ Μπέντεβιρ, μία από τις χιλιάδες εκδοχές του μύθου του βασιλιά Αρθούρου. Τι άλλο όμως, δηλώνει εκείνος ο μύθος, εκτός από τη θλιβερή μοίρα των ανθρώπινων πλασμάτων; Γενιά μετά τη γενιά, όλοι οι γιοί βλέπουν τους πατεράδες τους να πεθαίνουν και κλαίνε επειδή δεν τους έχουν αγαπήσει πολύ ή ειλικρινά. Η μοίρα είναι συνυφασμένη με τη θλίψη, και τα μαθήματα των μύθων κρύβουν την αλήθεια μέχρι τη στιγμή που θα ανοίξει το δίχτυ του χρόνου για να αφήσει ελεύθερους τους αιχμαλώτους του. Για μια στιγμή ο ΄Αρθουρ και το αγόρι είχαν ανυψώθηκαν σε ένα θαυμαστό μέρος, όπου οι σημερινές ενέργειες παίρνουν μυθικό νόημα. ΄Όταν η ανθρωπότητα δεν μπορεί να φτάσει σε αυτό το μέρος, το εξυμνεί στους μύθους με το όνομα Κάμελοτ. Η αγάπη είναι ένα κέντημα φτιαγμένο από την τελειότητα και κάθε κλωστή της είναι εξίσου πολύτιμη με τις υπόλοιπες.
Στο «Η παλιά βασίλισσα», η Γκουίνεβιρ μας επιτρέπει να δούμε τη φυλάκιση της γυναίκας μέσα στους αιώνες, πρώτα σε σπηλιές και άντρα, μετά σε κάστρα και μοναστήρια, και σήμερα σε νομοθετημένους θεσμούς. Είναι πια καιρός να τιμήσουμε τη γυναίκα στον εαυτό μας, στο γένος μας και στον κόσμο μας. Η θηλυκή ευφυΐα του σύμπαντος μπορεί να μας βοηθήσει να θεραπεύσουμε την ψύχωση της συλλογικής μνήμης, επειδή η γυναίκα είναι τροφός, δασκάλα, συγγενής, οξυδερκής και σώφρων.
Στο «Μέσα στο Λαβύρινθο» ο Μέρλιν αποκαλύπτει ότι ο κόσμος είναι καθαρή ψευδαίσθηση. Φαίνεται αληθινός, αλλά το πρώτο πράγμα που μαθαίνει ένας μάγος είναι να μην εμπιστεύεται τις αισθήσεις του. Αν κοιτάξεις τριγύρω σου τον κόσμο, τι βλέπεις; Σκοτάδι ακολουθεί το φως, θλίψη τη χαρά, θάνατος τη ζωή. Αν αυτή είναι η αλήθεια, τότε η επιθυμία του μάγου για αιώνια ζωή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ποτέ. Αν όμως είναι όλα ψευδαίσθηση; Αν ο θάνατος υπάρχει μόνο και μόνο επειδή οι άνθρωποι πιστεύουν ότι γεννιούνται; ΄Ισως όμως ο άνθρωπος να ήταν πάντα ζωντανός και η γέννηση να είναι μόνο μια στιγμή λησμονιάς. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν το δράμα της γέννησης και του θανάτου, της χαράς και του πόνου. Στην πραγματικότητα το σκοτάδι δεν έχει παρά μόνο τη δύναμη που του δίνουν οι ίδιοι. Το μυστικό για να νικήσει κανείς το κακό είναι να καταλάβει ότι αυτός ο ίδιος είναι το κακό. Τότε όλα τα τέρατα θα διαλυθούν σαν την ομίχλη. Οι άνθρωποι αρνούνται να δουν από πού προέρχονται οι δράκοι. ΄Όλα τα τέρατα ζουν σε ένα σκοτεινό μέρος όπου οι άνθρωποι έχουν συγκεντρώσει τους φόβους, τις ντροπές και τις ενοχές τους. Είναι μια μικρή, κατάμαυρη αποθήκη, από την οποία όμως ξεφεύγουν αναπόφευκτα πολλά πράγματα που σκορπίζουν παντού τον τρόμο. Ο Μέρλιν δε μπορεί να τα βάλει με τον Μόρντρεντ, γιατί ξέρει ότι ο Μόρντρεντ είναι ο ίδιος. Η ενσάρκωση του κακού είναι απλώς μια πλευρά κάποιας απέραντης προσωπικότητας που υπάρχει πέρα από το φως και το σκοτάδι, πέρα από τη ζωή και το θάνατο. Ο Μέρλιν πάντα το ήξερε και το είχε αποδεχθεί. Ο ΄Αρθουρ είχε γίνει μαθητής του και το είχε επίσης ανακαλύψει.
Στο κεφάλαιο «Κύκλος της ειρήνης» βρίσκουμε τον κόσμο που μπορούμε να κάνουμε πραγματικότητα με την αγνότητα της καρδιάς μας. Αναφέρεται στην κρίσιμη μάζα και στη συνεκτική, συλλογική μνήμη, που είναι αναγκαία για την πραγματοποίηση της φάσης της αλλαγής του πολιτισμού μας. Πρόκειται για την επιστροφή στο Καμελοτ. «Οι ώρες περνούσαν, αλλά ο κύκλος δε χάλασε. Αντίθετα, γινόταν όλο και μεγαλύτερος καθώς νέοι άνθρωποι έρχονταν να προστεθούν στους προηγούμενους. ΄Ηταν σα να είχε πέσει ένα φως στον κόσμο, το οποίο ξύπνησε όλους εκείνους που ονειρεύονταν ένα καινούριο Κάμελοτ. ΄Ολοι κατάλαβαν τότε το μήνυμα που ήταν γραμμένο πάνω στην πέτρα; Αυτός είναι ο κόσμος που έχετε ονειρευτεί με την αγνότητα της καρδιάς σας. Η γέννηση του νέου βασιλείου δεν βασιζόταν στο ξύπνημα όλων. Εκατομμύρια συνέχισαν να κοιμούνται, αλλά αρκετοί ήταν εκείνοι που μπόρεσαν να ακούσουν. Η πέτρα του Μέρλιν είχε γεμίσει την ατμόσφαιρα με μουσική – καμπάνες, που οι γλυκές τους νότες αντηχούσαν σε όλη τη γη».

Τα Ερείπια της Μαγείας

Το βιβλίο του Ντίπακ Τσόπρα «Η επιστροφή του Μέρλιν» είναι ένα καθηλωτικό, πολύπλοκο παραμύθι, όπου εμπλέκονται δράκοι, μαγεία, κάρτες Ταρώ, ιεροί πέτρινοι κύκλοι, το ΄Αγιο Δισκοπότηρο, το σπαθί του βασιλιά Αρθούρου, το Εξκάλιμπερ, όνειρα και ξόρκια. Καθώς οι δυνάμεις του καλού και του κακού συγκρούονται, ο Τσόπρα, με φωτεινό πνεύμα και πνευματική διορατικότητα, υφαίνει μια εμπνευσμένη παραβολή πλημμυρισμένη με την ελπίδα ότι η εμπιστοσύνη, η αγάπη, η κατανόηση και η συνειδητότητα θα υπερνικήσουν κάποια στιγμή το φόβο, το μίσος και την άγνοια. Μια νέα εκδοχή νου/σώματος του μύθου του Αρθούρου που αποδίδει με γοητεία στην οικεία γνώση. Κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη, χρησιμοποιώντας σύμβολα που κάνουν τις έννοιες να ξεπετάγονται από τις σελίδες και μια πλοκή που φέρνει το μέσα έξω, σαν ένα γάντι, καθώς οι χαρακτήρες αλλάζουν σχήματα και ταυτότητες. Ο Τσόπρα βαδίζοντας αργά πάνω στον ιστό του χρόνου, φτιάχνει … ένα ζωντανό μυθιστόρημα.
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

«Η Επιστροφή του Μέρλιν» χωρίζεται σε δύο μεγάλα κομμάτια: στα Ερείπια της Μαγείας και στην Αλχημεία. Ο συγγραφέας στην εισαγωγή του αναφέρεται σε ορισμένες λεπτομέρειες που κάνουν ακόμα πιο γοητευτικές τις εμπειρίες μας από το διάβασμα του βιβλίου.

Τα ερείπια της μαγείας

Ενώ τα δύο πρώτα κεφάλαια του βιβλίου αποτυπώνουν μία εκδοχή του μύθου που αφορά το θάνατο του ΄Αρθουρ και του Μόρντρεντ στη μάχη του Κάμλαν, τα επόμενα κεφάλαια αναφέρονται στη σημερινή εποχή κατά την οποία η μάχη αυτή συνεχίζεται. ΄Αλλωστε ο Μέρλιν έγραψε στον ΄Αρθουρ, λίγο πριν το τέλος: «Μην πιστεύεις στις ψευδαισθήσεις. Είμαι κοντά σου». Η κουρούνα μας δίνει μια πρώτη υποψία σχετικά με την ιδέα που κυριαρχεί στο βιβλίο: «Η γενιά μου δε χρειάζεται να ζήσει αιώνες. ΄Ολοι μας έχουμε τις ίδιες προγονικές αναμνήσεις και, όταν κάποιος φτάσει στα τελευταία του, το σύνολο των γνώσεών του μπαίνει στο ρεύμα της συλλογικής μας μνήμης. Αυτό το ρεύμα κυλάει αιώνια. Δεν υπάρχει αρχή ούτε τέλος. Πολλές φορές το τέλος είναι μια μεταμφιεσμένη αρχή». Ο Μελχιόρ συμβάλλει στη σύνδεση ανάμεσα στο παρελθόν και το σήμερα. Σε ένα τύλιγμα του χρόνου οι αιώνες χάνονται σαν τη φλόγα των κεριών. Μεγάλα φέουδα καταρρέουν και σκορπίζονται σαν άχυρα. Μουντό τοπίο, ομίχλες συναισθημάτων, πίδακες οργής και ατμοί απέχθειας κυριαρχούν, ενώ το χρώμα ενός ρόδινου κοραλλιού που εκπέμπει ένα ερωτευμένο ζευγάρι φαίνεται να γεννά ελπίδες.
Στο «Κουέστιν Γουόουντ» ο συγγραφέας μας ζητά να αφαιρέσουμε τις επιστρώσεις της ψυχής μας και να ανακαλύψουμε αρχαίους τόπους και χρόνους. Οι θνητοί δεν ταπεινώνονται ποτέ περισσότερο από τη στιγμή που σπάζει το κέλυφος των μυστικών τους και μπαίνει μέσα η γλυκιά αλήθεια. Το κέντρο του αρχικού πράσινου κόσμου που υπήρχε κάποτε και θα υπάρχει πάντα, έστω κι αν τον κατέστρεψαν οι άνθρωποι, ανήκει στο μάγο Μέρλιν. Η αγάπη, ο ηρωισμός, η ομορφιά, η ελπίδα αποκαλύπτονται δυναμικές και αποφασιστικές να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν τη ζωή.
Στο «Ζιγκζάγκ» μας υπενθυμίζει τη σοφία της απροσδιοριστίας και της αβεβαιότητας, ώστε να ξεφύγουμε από τη φυλακή του επιστητού. ΄Ένας νέος μπλέκεται στο δίχτυ των γεγονότων, αλλά καταφέρνει να σωθεί παίρνοντας μαζί του ένα βέλος.
Στο «Μια νύχτα αγρύπνιας» θα ανακαλύψουμε τη δυσφορία μας και θα νιώσουμε ικανοποίηση, επειδή χωρίς τη θεία δυσφορία δεν υπάρχει δημιουργική δύναμη. Η πραγματικότητα βρίσκεται μπροστά μας, αλλά δεν τη βλέπουμε, επειδή αυτό που θεωρούμε πραγματικότητα είναι απλώς η εικόνα των προσδοκιών μας μέσα σε ένα καθρέφτη. Δημιουργούμε τις ίδιες εικόνες όπου κι αν πάμε. Ο Μελχιόρ διηγείται μια ιστορία και καλεί τον άνθρωπο να βγει από τον κύκλο του φόβου και να μπει στον κύκλο της αγάπης.
Τα σύνορα είναι μέσα μας
«Κάποτε ζούσε στην Ινδία ένας βασιλιάς, τον οποίο επισκέφθηκε ένας περιπλανώμενος άγιος. Για να δείξει το σεβασμό του, ο βασιλιάς περιποιήθηκε τον επισκέπτη του με κάθε είδους φαγητά και ποτά. Του πήρε το ραβδί και το κύπελλο επαιτείας, του φόρεσε μεταξωτούς χιτώνες, τον έβαλε να κοιμηθεί σε πουπουλένια κρεβάτια και διέταξε τους υπηρέτες του να εκτελούν όλες τις επιθυμίες του, Μια μέρα που έτρωγαν μαζί με τους αυλικούς του, ο βασιλιάς ανακοίνωσε ότι σκόπευε να κάνει πρωθυπουργό του τον άγιο αυτόν άνθρωπο. «Δεν μπορώ να το δεχτώ», είπε εκείνος. «Γιατί όχι;», ρώτησε ο βασιλιάς, «θα γίνεις ο ισχυρότερος άνθρωπος του κόσμου, εκτός από εμένα τον ίδιο». «Μα είμαι ήδη πιο ισχυρός από σένα», απάντησε ο άγιος. Οι αυλικοί άρχισαν να τον κοιτάζουν θυμωμένοι. «Δε θέλω να προσβάλω γτη μεγαλειότητά σου», συνέχισε εκείνος. «Για να σου δείξω πόσο με συγκίνησε η προσφορά σου, θα σου δώσω όλη μου τη δύναμη, Ακολούθησέ με». Σηκώθηκε και ζήτησε το ραβδί και το κύπελλό του. ΄Υστερα, χωρίς άλλες κουβέντες, βγήκε από το παλάτι.
Ο βασιλιάς δεν ήξερε αν έπρεπε να τον ακολουθήσει ή να οργισθεί από τη στάση του, αλλά τελικά επικράτησε η περιέργεια. Φόρεσε ταξιδιωτικά ρούχα και έτρεξε πίσω του. Το πρωινό ήταν υπέροχο. Ο βασιλιάς αισθανόταν υπέροχα στη διαδρομή, μέχρι που έφτασε το βράδυ. Οι δύο ταξιδιώτες κοιμήθηκαν κάτω από το φεγγαρόφωτο δίπλα σ΄ ένα ρυάκι και το πρωί σηκώθηκαν νωρίς.
«Θα περπατήσουμε κι άλλο;» ρώτησε ο βασιλιάς. ΄Ηταν κουρασμένος και όλη τη νύχτα σκεφτόταν τους εχθρούς που είχε αφήσει πίσω του. Ο άγιος δεν είπε τίποτε, αλλά συνέχισε το βάδισμα. Αυτό έγινε δύο μέρες. Το τρίτο πρωί έφτασαν στα σύνορα του βασιλείου του. «Σταμάτα», είπε ο βασιλιάς. «Πρέπει να γυρίσω πίσω». «Γιατί; Αυτό που θέλω να σου δείξω βρίσκεται μόλις λίγο πιο πέρα». «Δεν μπορώ να προχωρήσω περισσότερο», απάντησε ο βασιλιάς. «Αν περάσω τα σύνορα, οι εχθροί μου θα αρπάξουν το θρόνο μου». Ο άλλος κούνησε το κεφάλι του. «Σου είπα ότι έχω δύναμη που δεν μπορείς ούτε να ονειρευτείς, και να η απόδειξη. Εγώ μπορώ να φύγω από το βασίλειό σου, ενώ εσύ – ο κυβερνήτης του – δεν μπορείς. Αν θέλεις τη δύναμη μου, ακολούθησε με». Ο βασιλιάς όμως δεν το έκανε. Με ένα χαμόγελο στα χείλη, ο άγιος πέρασε τα σύνορα σαν ελεύθερο πουλί, αφήνοντας τον απογοητευμένο βασιλιά να γυρίσει στο παλάτι του».
Στο «Στάχτες στις στάχτες» βρίσκουμε κρυμμένους θησαυρούς στα ερείπια της ερήμωσης και της καταστροφής. Στις αντιξοότητες βρίσκονται τα σπέρματα των μεγάλων ευκαιριών για εξέλιξη. Καθώς τελειώνει το πρώτο μέρος του βιβλίου, ο συγγραφέας κάνει μια μικρή επισκόπηση των προσώπων, των γεγονότων και των σχέσεων που μας απασχόλησαν μέχρι εδώ: «Ο ΄Αρθουρ κάθισε στα σκαλοπάτια και κοίταξε τριγύρω. Δεν το ήξερε ακόμα, αλλά είχε ανακατευθεί με ανθρώπους που δεν γνώριζε προηγουμένως – μια γυναίκα με τσόχινο καπέλο, δυο παιδιά χαμένα στο δάσος, έναν δολοφονημένο συγγραφέα που τη μια στιγμή γινόταν μάγος και την άλλη συνηθισμένος άνθρωπος, μια γυναίκα που είχε εξαφανισθεί στο άγνωστο μαζί με ένα νεαρό μάγο. Τα δεσμά που τους ένωναν ήταν αόρατα, αλλά εκείνη τη νύχτα όλοι κοίταζαν τον ίδιο φεγγαροφώτιστο ουρανό και ένιωθαν εντελώς μόνοι. Στην πραγματικότητα, ο ιστός του χρόνου τους παρέσυρε αμείλικτα προς κάποιο απροσδιόριστο κέντρο. Η θεία πρόνοια, όμως, τους προστάτευε από τα πόδια με τα γαμψά νύχια που τριγύριζαν στην περιφέρεια του ιστού, περιμένοντας να βρουν την ευκαιρία για να επιτεθούν».